Ο σκοπός της Εκκλησίας και η νοερά προσευχή (Β-Μέρος)


Αναγνώσεις: |


Η αντιγραφή και αποθήκευση έχει καταχωρηθεί επιτυχώς!

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.

Έχετε αντιγράψει το άρθρο στα αγαπημένα στις:

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.
Συνέχεια άρθρου...
Ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά θεραπεύσει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ Πατέρες λοιπόν βρήκανε ὅτι στό χῶρο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς, λειτουργεῖ κάτι, τό ὁποῖο ὀνόμασαν νοῦ. Πήρανε τή λέξη ‘νοῦ’, μέ τήν ὁποία ἐμεῖς ἐννοοῦμε τή διάνοια καί ἔκαναν μιά διαφοροποίηση καί εἴπανε ὅτι: «Νοῦς εἶναι ἡ νοερά ἐνέργεια, ἡ ὁποία λειτουργεῖ στήν καρδιά τοῦ ὑγιοῦς ψυχικά ἀνθρώπου».

Ἄς τό ξεκαθαρίσουμε λίγο. Ἡ ψυχή μας ἔχει ἐνέργεια καί οὐσία. Ὅπως καί τό σῶμα μας, ἔχει οὐσία (μῦς, κόκκαλα..) καί ἔχει καί ἐνέργεια, μέ τήν ὁποία κινούμαστε καί κάνουμε ὅ,τιδήποτε ἄλλο. Ἡ ψυχή μας τώρα ἔχει πολύ λίγη οὐσία -ἀλλά ἔχει οὐσία, δέν εἶναι τελείως ἄυλη- καί ἔχει καί μιά ἐνέργεια, πού τή λέμε νοερά ἐνέργεια. Αὐτή ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς κανονικά θά ἔπρεπε νά εἶναι ἑνωμένη μέ τήν οὐσία. Νά εἶναι ἑνωμένα αὐτά τά δύο. Ἀλλά σέ μᾶς ἔχει γίνει μία διάσπαση καί ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς μας ἔχει φύγει ἀπό τήν οὐσία καί κυκλοφορεῖ ἐδῶ καί κεῖ, ὅπου εἶναι ὁ νοῦς μας. Μπορεῖ ἐγώ τώρα νά μιλάω κι ἐσᾶς ὁ νοῦς σας νά εἶναι στή Θεσσαλονίκη. Ὁπότε δέν εἶναι στήν καρδιά σας, δηλαδή σ’ αὐτά πού λέμε ἐδῶ.

Αὐτή εἶναι ἡ ἀρρώστια μας, ὅτι ἡ οὐσία τοῦ νοῦ δέν εἶναι μαζί μέ τήν ἐνέργεια τοῦ νοῦ. Ἡ Ἐκκλησία θεραπεύει ἀκριβῶς αὐτό. Ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος στόν ἑαυτό του, βρίσκει τόν ἑαυτό του, μαζεύει τόν νοῦ του, τήν ἐνέργειά του καί τή βάζει στήν καρδιά του. Ἐκεῖ τή βάζει νά προσεύχεται. Αὐτή εἶναι ἡ θεραπεία. Στούς ἁγίους αὐτό συμβαίνει. Γι’ αὐτό καί τούς βλέπουμε ὅτι εἶναι συγκεντρωμένοι. Χωρίς νά εἶναι ἀποκρουστικοί, εἶναι σοβαροί. Ἔχουν αὐτό, πού το λέμε σύννοια. Εἶναι συγκεντρωμένοι στόν ἑαυτό τους, γιατί προσεύχονται καρδιακά. Ὁ νοῦς τους εἶναι μέσα στήν καρδιά τους καί εὔχονται. Αὐτοί εἶναι οἱ ἅγιοι. Αὐτό τό κάνουν μόνιμα, ὄχι γιά ἕνα δευτερόλεπτο, ἄντε γιά ἕνα λεπτό -ἄν τά καταφέρουμε ἐμεῖς- αὐτοί τό κάνουνε συνεχῶς, γιατί εἶναι θεραπευμένοι ἄνθρωποι. Ἐμεῖς χτυπάει τό κινητό μας καί φεύγει ὁ νοῦς μας καί τό σῶμα μας φεύγει! Διότι ὁ νοῦς μας ἔχει βάλει ἄλλες προτεραιότητες.

Πῆραν λοιπόν οἱ Πατέρες τή λέξη νοῦ καί ὀνόμασαν τή νοερά ἐνέργεια ὅταν αὐτή λειτουργεῖ μέσα στήν καρδιά. Αὐτή τώρα ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς, ἡ νοερά ἐνέργεια, λειτουργεῖ καί στόν ἐγκέφαλο. Ἐκεῖ λειτουργεῖ καί λέγεται λογική.

Μέ τήν ἐνέργεια τῆς ψυχῆς λοιπόν ἔχουμε δύο ἐνέργειες. Μία μέσα στήν καρδιά μας καί ὅταν λειτουργεῖ ἐκεῖ, τή λέμε νοῦ καί μία ἄλλη στόν ἐγκέφαλο, πού τή λέμε λογική.

Ἐμεῖς τώρα τί ἔχουμε πάθει; Ἡ ἐνέργεια τῆς λογικῆς εἶναι κατώτερη ἀπό τήν ἐνέργεια τῆς καρδιᾶς. Ἐμεῖς ἔχουμε ὑποτάξει τήν ἐνέργεια τῆς καρδιᾶς στή λογική. Ἐνῶ ἡ λογική θά ἔπρεπε νά ὑπηρετεῖ τόν νοῦ μας, τήν καρδιά μας δηλαδή, ἔχουμε κάνει τό ἀντίστροφο. Ὁ νοῦς μας ὑποτάσσεται στή λογική. Ἀλλα ἡ λογική δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεό.

Ὁ ἄνθρωπος μέ τή λογική δέν μπορεῖ νά προσεγγίσει τόν Θεό, γιατί ἡ λογική ἁπλῶς ἐπεξεργάζεται τά δεδομένα πού ἔρχονται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Ἀπό τό περιβάλλον δηλαδή, τί ἀκοῦμε, τί βλέπουμε, τί ὀσφραινόμαστε, τί πιάνουμε, τί γευόμαστε. Αὐτά τά παίρνει ἡ λογική, τά ἐπεξεργάζεται καί βγάζει κάποια λογικά συμπεράσματα. Τόν Θεό ὅμως οὔτε Τόν πιάνεις, οὔτε Τόν βλέπεις, οὔτε Τόν ἀκοῦς. Δέν μπορεῖς νά Τόν καταλάβεις μέ τίς αἰσθήσεις. Ἄρα μέ τή λογική δέν μπορεῖς νά βρεῖς τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ δυστυχία μας. Ἄν κάνεις σάν κύριο ὁδηγό στή ζωή σου τή λογική, γίνεσαι ἄθεος.

Αὐτό πάθανε στή Δύση καί κατέληξαν ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός. Γιατί ψάξανε μέ τή λογική νά βροῦνε τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρρώστια τῆς Δύσης καί λένε δέν ὑπάρχει Θεός, ἀφοῦ οὔτε Τόν βλέπω, οὔτε Τόν ἀκούω, πῆγα καί στό διάστημα -ὅπως ὁ Ρῶσος ἐκεῖνος- καί δέν Τόν βρῆκα πουθενά.. Λές καί θέλει κανένα μεγάλο τηλεσκόπιο ὁ Θεός γιά νά Τόν ἀνακαλύψεις! Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀρρώστια μέσα μας.

Ὁ ἄνθρωπος αὐτούς τούς λογισμούς τῆς λογικῆς, τούς κατεβάζει καί στήν καρδιά του. Μπερδεύει τώρα τόν Θεό μέ τά κτίσματα καί κάνει Θεούς τά κτίσματα. Ἡ καρδιά ψάχνει νά βρεῖ τόν Θεό, αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ νοῦ μας νά βρεῖ τόν Θεό. Ἀλλά μολύνεται ἡ καρδιά μας ἀπ’ αὐτούς τούς λογισμούς, πού ἔρχονται ἀπ’ τή λογική, οἱ ὁποῖοι δέν πρέπει κανονικά νά κατεβαίνουν στήν καρδιά. Ἡ καρδιά πρέπει νά εἶναι τελείως καθαρή ἀπ’ ὅλους τούς λογισμούς. Ἀλλά ἡ ἀρρώστια μας ἔχει φτιάξει μέσα μας ἕνα βραχυκύκλωμα.

Ἔτσι λοιπόν ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἔχει βγεῖ ἀπ’ τήν καρδιά του, ὁ νοῦς του εἶναι ἔξω ἀπ’ τήν καρδιά του καί δέν ὑπάρχει φύλακας ἐκεῖ. Ὁπότε καί οἱ λογισμοί, πού ἔπρεπε νά εἶναι μόνο στή διάνοια, κατεβαίνουν καί κάτω στόν νοῦ, στήν καρδιά κι ὁ ἄνθρωπος μπερδεύεται. Ἔτσι, ἔχει κάνει θεούς τά εἴδωλα, τά πράγματα καί καταντάει στήν εἰδωλολατρία. Γιά τόν λόγο αὐτό οἱ πρόγονοί μας εἶχαν γίνει εἰδωλολάτρες καί μπερδεύανε τά κτίσματα μέ τόν Κτίστη. Ἔλεγαν, Θεός εἶναι ὁ ἥλιος. Χάρη σ’ αὐτόν ζοῦμε. Ἤ κάνανε Θεό τά πάθη τους γιατί αὐτό ἦταν μέσα στήν καρδιά τους. Τήν Ἀφροδίτη, τόν Δία.. καί εἶχαν ἕνα πολύ ὡραῖο ἄλλοθι γιά τή ζωή τους!

Ἡ καρδιά μας λοιπόν ἔχει βραχυκυκλωθεῖ μέ τόν ἐγκέφαλο καί ὑπάρχει αὐτό τό μπέρδεμα. Αὐτά τά δύο ‘κέντρα’ ἔχουνε μπερδευτεῖ. Τό ἕνα κέντρο, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι ἡ καρδιά μας, μέ τό ὁποῖο μποροῦμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό, νά βροῦμε τόν Θεό. Τό ἄλλο κέντρο εἶναι ὁ ἐγκέφαλος, μέ τό ὁποῖο γνωρίζουμε τό περιβάλλον μας. Δέ μποροῦμε νά δοῦμε τόν Θεό. Αὐτά τώρα εἶναι μπερδεμένα μέσα μας καί οἱ λογισμοί κυκλοφοροῦνε πάνω-κάτω. Ἀπό τήν καρδιά πᾶνε στή διάνοια κι ἀπό τή διάνοια πᾶνε στήν καρδιά καί ὑπάρχει αὐτό τό μπέρδεμα. Γι’ αὐτό, εἶπε ὁ Χριστός μας «ἀπ’ τήν καρδιά ἐξέρχονται οἱ πονηροί λογισμοί» (Ματθ. 15,19). Τά πάθη μας ξεκινᾶνε ἀπό ἐκεῖ, ὅταν ἡ καρδιά εἶναι βρώμικη.

Ἡ Ἐκκλησία μας τώρα θεραπεύει αὐτό τό βραχυκύκλωμα καί ξεχωρίζει, θά λέγαμε, αὐτά τά δύο κέντρα. Ὁ ἄνθρωπος χρησιμοποιεῖ τή λογική του γιά νά γνωρίσει τό περιβάλλον, ἀλλά ἔχει τόν νοῦ του προσανατολισμένο στόν Θεό. Μέ τόν νοῦ του προσεύχεται καί μέ τή λογική του μπορεῖ νά κάνει μαθηματικούς ὑπολογισμούς, νά διαβάζει ἕνα βιβλίο, νά σκέφτεται τί δουλειές ἔχει νά κάνει σήμερα κ.λ.π. Αὐτά δέν τόν ἐμποδίζουν νά προσεύχεται. Θά πεῖτε πῶς; Ἐμᾶς μᾶς ἐμποδίζει. Ἐπειδή ὑπάρχει αὐτό τό μπέρδεμα.

Ἄν συστηματικά ἀρχίσετε νά λέτε τήν εὐχή, μετά ἀπό κάποιο καιρό, ἀνάλογα μέ τήν προθυμία πού ἔχει ὁ καθένας καί τήν καθαρότητα, θά ξεχωρίσουν αὐτά τά δύο καί θά μπορεῖτε συγχρόνως νά προσεύχεστε καί νά κάνετε τίς δουλειές σας.

Νά τό κάνουμε πιό ἁπλό γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα. Ὅταν ἀγαπᾶτε ἕναν ἄνθρωπο, σᾶς ἐμποδίζει αὐτό στό νά φᾶτε, στό νά κάνετε τίς δουλειές σας; Ὄχι. Ἀλλά ὁ νοῦς σας εἶναι σ’ αὐτόν πού ἀγαπᾶτε. Θά τό πῶ πολύ πεζά, δέν ἐμποδίζει ἡ ἀγάπη στόν Θεό, νά κάνετε τίς δουλειές σας. Ἀλλά ἐξαιτίας τοῦ ὅτι δέν ἔχουμε ἀγαπήσει τόν Θεό, δέν Τόν ἔχουμε βάλει πρῶτο στήν καρδιά μας, ἔχουμε ἄλλα πράγματα πρῶτα στήν καρδιά μας, ἔχουμε ἀνθρώπους, ἔχουμε τόν ἑαυτό μας, κυρίως τόν ἑαυτό μας -πάνω ἀπ’ ὅλα- καί τόν λατρεύουμε, γι’ αὐτό δέν μποροῦμε νά προσευχηθοῦμε καί γεμίζουμε μ’ ἕνα σωρό λογισμούς. Πρέπει νά φύγει ὁ ἑαυτός μας ἀπ’ τήν καρδιά καί νά μείνει στόν ἐγκέφαλο. Θά ἀσχοληθεῖ κανείς καί μέ τό σῶμα του καί μέ τά ψώνια πού θά κάνει, ἀλλά μέχρι ἑνός σημείου. Δέν θά κατέβουν στήν καρδιά. Ἡ καρδιά πρέπει νά εἶναι μόνο γιά τόν Θεό.

Ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης: ὁ Χριστός δέν θέλει παρέες, θέλει νά ‘ναι μόνος του ἐκεῖ στήν καρδιά μας. Δέν θέλει ἄλλον. Λέει: ‘Ἐγώ εἶμαι Κύριός σου’. Αὐτό δέν εἶναι ἐγωισμός. Εἶναι βλάσφημο νά τό σκεφτοῦμε αὐτό γιά τόν Θεό. Ἁπλῶς ἔτσι εἴμαστε φτιαγμένοι. Μᾶς θέλει ἀποκλειστικά δικούς του. Νά μή μοιράζουμε τήν καρδιά μας ἐδῶ κι ἐκεῖ γιατί τότε γινόμαστε ‘διχασμένες προσωπικότητες’.

- .............(ἐρώτηση)

Πιάνουμε ἀγάπες μέ τήν καρδιά μας, πού δέν πρέπει νά τίς πιάνουμε καί δημιουργοῦνται μ’ αὐτό τόν τρόπο τά πάθη. Ἄν ἡ βασανιστική ἀνησυχία, γιά παράδειγμα, τοῦ συζύγου ἤ τοῦ χρήματος, κατεβεῖ στήν καρδιά καί τά ἀγαπήσεις, τά λατρέψεις, τότε γίνεται τό πάθος, στήν προκειμένη περίπτωση, τῆς φιλαργυρίας. Αὐτό σοῦ κλέβει ἕνα μέρος τῆς καρδιᾶς σου, ἄν ὄχι ὅλη τήν καρδιά. Ἡ καρδιά τότε εἶναι βρώμικη κι αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά προσευχηθεῖ καθαρά στόν Θεό. Γιατί ἀμέσως μόλις θά πάει νά σκεφτεῖ τόν Θεό, θά τοῦ λέει ὁ λογισμός ‘γιά νά κάνουμε λογαριασμό, μπήκαμε μέσα ἤ ὄχι; Κάνε ταμεῖο’. Θά εἶναι ὁ νοῦς σου ἐκεῖ.

- .............(ἐρώτηση)

Πιάνουμε ἄλλες ἀγάπες. Ἡ ἀγαπητική μας δύναμη ἔχει μία συγκεκριμένη ποσότητα, ἄν τή σκορπίσουμε ἐδῶ κι ἐκεῖ, δέν μένει τίποτα. Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, οἱ γυναῖκες ἰδίως, σκορπᾶτε τήν ἀγαπητική σας δύναμη σέ πολύ μικρά πράγματα. Ἕνα ὡραῖο ποτήρι, θέλει κι ἕνα ὡραῖο σεμεδάκι ἀπό κάτω κι ἕνα τριαντάφυλλο ζωγραφισμένο κι ἕναν ὡραῖο δίσκο... καί μένει ἡ καρδιά σου ἐκεῖ. Ἔτσι ἡ καρδιά μας χάνει σέ ἀνούσια πράγματα, αὐτό πού πρέπει νά δώσει στόν Θεό ἐξ’ ὁλοκλήρου, γιατί ὁ Θεός λέει «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου» (Ματθ. 22,37).

Διαφωνεῖτε;!!

- Πολύ δύσκολο εἶναι....ἐμεῖς πού εἴμαστε στόν κόσμο...

Μισό λεπτό. Νά κάνω ἕναν σχολιασμό γιατί προδίδουμε τόν ἑαυτό μας μέ τά λόγια μας, ὅπως λέει ὁ Χριστός μας «ἐκ τῶν λόγων σου κριθήση» (Ματθ. 12,37). Εἶναι ἀλήθεια. Φυσικά, ὅ,τι λέει ὁ Χριστός μας ἀλήθεια εἶναι.

Εἴπατε ‘ἐμεῖς πού εἴμαστε στόν κόσμο..’. Ὁ κόσμος ξέρετε τί εἶναι; Ὁ κόσμος εἶναι ἡ κόλαση. Ὁ χριστιανός δέν ἀνήκει στόν κόσμο, «ὅς ἂν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται (Ἰακ. 4,4). Αὐτόματα γίνεσαι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ! Ἀλλοίμονο ἄν εἴμαστε στόν κόσμο! Ἀλοίμονο ἄν ἐγώ ὅταν ἔρχομαι νά μιλήσω, ἔρχομαι στόν κόσμο καί πρέπει νά προφυλαχθῶ, γιατί εἶστε ὅλοι κοσμικοί καί θά εἶστε ἐναντίον μου, ἐπειδή εἶμαι μοναχός. Ἐγώ δέν ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι ἔρχομαι στόν κόσμο, ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι ἔρχομαι σέ ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι στόν κόσμο. Εἶστε στήν Ἐκκλησία. Ἄλλο Ἐκκλησία κι ἄλλο κόσμος.

Γι’ ἀυτό, διαβάζουμε στήν προσευχή τοῦ Χριστοῦ μας στή Γεθσημανή «Ἐγώ τούς ἐξέλεξα, φύλαξέ τους. Δέν παρακαλῶ νά τούς πάρεις ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά νά τούς φυλάξεις ἀπό τόν Πονηρό» (Ἰωαν. 17, 10-15). Ἀλλά δέν ἀνήκουν στόν κόσμο, ἀνήκουν σ’ Ἐσένα καί Ἐσύ τούς ἔδωσες σ’ Ἐμένα, λέει ὁ Χριστός στόν Θεό-Πατέρα. Δέν εἴμαστε στόν κόσμο. Μήν τό λέτε αὐτό. Εἶναι λάθος σάν ἔκφραση, ἀλλά πολύ περισσότερο λάθος, ἄν τό ζεῖτε.

Δέν εἶναι ὁ ἕνας κοσμικός κι ὁ ἄλλος μοναχός. Ὄχι. Ἁπλῶς ἐγώ ζῶ στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι πάνω στό βουνό, μοναχική καί ἐσεῖς ζεῖτε στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι ἐδῶ στόν κόσμο. Εἶναι πιό δύσκολη ἡ δική σας θέση, γιατί εἶστε ὡς πρόβατα μέσα στούς λύκους (Ματθ. 10,16). Ἀλλα δέν εἶστε λύκοι! Ὁ κόσμος εἶναι λύκοι. Ἀφοῦ μπαίνεις στήν Ἐκκλησία, ἀρνεῖσαι τόν κόσμο, τό κοσμικό φρόνημα δηλαδή. Ὁ κόσμος ἀνήκει στόν διάβολο. Ἀλλοίμονο ἄν ποῦμε ὅτι ἀνήκουμε στόν κόσμο.

- ........Θά μπορούσαμε νοερά ὅταν κάνουμε προσευχή, νά ἔχουμε τή μορφή τοῦ Κυρίου;

Καλό εἶναι νά μήν τήν ἔχουμε, δηλαδή ὡς φαντασία. Νά μήν ἐνεργοποιοῦμε τή φαντασία μας. Ἀλλα καθαρά μέ τόν νοῦ νά σκεφτόμαστε ὅτι ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Ὅταν προσευχόμαστε πρέπει νά ἔχουμε δύο πράγματα:

Πρῶτον, τήν αἴσθηση τῆς πανταχοῦ παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τό συνειδητοποιήσεις, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι δίπλα σου ὅταν προσεύχεσαι, συγκλονίζεσαι. Δέν χρειάζεται λοιπόν νά Τόν βλέπεις μέ τή φαντασία σου. Κι αὐτό μπορεῖ νά τό κάνει κανείς, μέ διάκριση, ἀλλά καλύτερα νά τό ἀποφεύγουμε, γιατί μπορεῖ νά τό ἐκμεταλλευτεῖ ὁ διάβολος καί νά μᾶς πάει μέ τή φαντασία σέ ἄλλα πράγματα, ὄχι καλά.

Δεύτερον, νά ἔχουμε συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Ὅτι δέν εἴμαστε ἁπλῶς ἁμαρτωλοί, ἀλλά οἱ πιό ἁμαρτωλοί, οἱ πιό ἀνάξιοι. Ἀκόμα καλύτερα -ἡ ἀποστολική ταπείνωση- εἶναι νά πεῖς εἶμαι ἕνα ἔκτρωμα. Αὐτά τά δύο πράγματα πρέπει νά συνοδεύουν κάθε προσευχή μας.

- Τόν Θεό-Πατέρα δέν Τόν ἔχουμε δεῖ καί δέν πρέπει νά Τόν σχηματίζουμε στό μυαλό μας. Τόν Χριστό ὅμως, πού Τόν εἴδαμε καί ἔχουμε καί τήν εἰκόνα, εἶναι κακό νά κάνουμε προσευχή μπροστά στήν εἰκόνα Του;

Νά προσευχόμαστε μπροστά στήν εἰκόνα εἶναι νόμιμο, ἀφοῦ τό ἔχει καί ἡ Ἐκκλησία μας. Δηλαδή μέ ἀνοικτά τά μάτια νά βλέπεις τήν εἰκόνα. Ἐκεῖ δέν κινδυνεύεις ἀπό τη φαντασία. Γιατί ἡ εἰκόνα δέν εἶναι φαντασία, εἶναι πραγματικότητα. Τή φαντασία ὅμως εἶπαν οἱ Πατέρες νά τήν προσέχουμε πάρα πολύ, διότι εἶναι τό ὄχημα τῶν δαιμόνων. Οἱ γκουρού, στίς ἀνατολικές θρησκεῖες, τό πρῶτο πράγμα πού ἐνεργοποιοῦν εἶναι ἡ φαντασία καί μετά ἀρχίζουν νά ἔχουν δαιμονικές ἐμπειρίες. Ὁ διάβολος τούς πάει ὅπου θέλει.

Συνεχίζεται...

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης 


Γίνετε συμμέτοχοι στην προσπάθειά μας!

Αποστείλετε προτεινόμενο υλικό στο ptheoxaris@yahoo.gr προς ωφέλεια των ψυχών όλων μας!