Οι Άγιοι Ευθύμιος Επίσκοπος Μαδύτου, Ειρήνη η Μεγαλομάρτυς και Εφραίμ Νέας Μάκρης (5 Μαΐου)


Αναγνώσεις: |


Η αντιγραφή και αποθήκευση έχει καταχωρηθεί επιτυχώς!

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.

Έχετε αντιγράψει το άρθρο στα αγαπημένα στις:

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.
Ο Όσιος Ευθύμιος γεννήθηκε στους Επιβάτες της Θράκης στις αρχές του 10ου αιώνα μ.Χ. Αδελφή του κατά σάρκα ήταν η Οσία Παρασκευή η Επιβατηνή (τιμάται 14 Οκτωβρίου). Όταν πέθανε ο πατέρας του Νικήτας, η μητέρα του τον οδήγησε σε μονή της Κωνσταντινουπόλεως, όπου παρέμεινε επί τριάντα χρόνια και διέπρεψε στους πνευματικούς αγώνες. Ο Άγιος όμως αγαπούσε την ησυχία. Για το λόγο αυτό έφυγε από τη μονή και ασκήτεψε σε ερημική περιοχή ως ερημίτης.

Ο θεοφιλής βίος του τον ανέδειξε οικονόμο των μυστηρίων του Θεού. Χειροτονήθηκε διάκονος από τον τότε Επίσκοπο Περίνθου, ακολούθως δε Πρεσβύτερος από άλλον Επίσκοπο. Τέλος αναδείχθηκε Επίσκοπος της Μαδύτου του Ελλησπόντου, διακρινόμενος για την ακάματη άσκηση της αρετής και την εξαίρετη ποιμαντορική του ικανότητα. Ο Θεός του χάρισε το δώρο της θαυματουργίας και κατά την διάρκεια της ζωής του επιτελούσε πλήθος θαυμάτων και θεράπευε λεπρούς και κωφάλαλους.

Η φήμη του Αγίου ανδρός έφθασε μέχρι το παλάτι και τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β' (976 - 1025 μ.Χ.), ο οποίος επισκέφθηκε τον Άγιο Ευθύμιο στη Μάδυτο. Εκεί ο Άγιος προφήτευσε τη νίκη του βασιλέως εναντίον του Βάρδα Φωκά το 989 μ.Χ.

Ο Άγιος Ευθύμιος κοιμήθηκε με ειρήνη μεταξύ των ετών 989 - 996 μ.Χ. Κατά την οσιακή κοίμησή του ο τάφος του ανέβλυσε μύρο, ως απόδειξη της αγιότητος του βίου του, και πολλοί ασθενείς θεραπεύθηκαν. Γι' αυτό και επονομάσθηκε Μυροβλύτης.

Μετά τον όσιο θάνατο του, δοξάστηκε από τον Θεό να κάνει θαύματα. Τα οποία γνωρίζουμε από το εγκώμιο προς αυτόν του Γεωργίου Κυπρίου, μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης, που έγραψε με αίτηση του Αθηνών Μελετίου, που προήδρευε τότε της Εκκλησίας Μαδύτου και Κοίλης.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε)
Μαδύτου σὲ πρόεδρον, καὶ Ἱεράρχην κλεινόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐθύμιε Ὅσιε, ὅθεν ἱερατεύσας, θεοφρόνως Κυρίω, ὤφθης τῆς εὐσεβείας, πρακτικὸς ὑποφήτης καὶ νῦν Πάτερ Ἱκέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Πηγή: saint.gr

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Ειρήνη
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Ειρήνη άθλησε κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ. Ήταν θυγατέρα του Λικινίου, που ήταν βασιλιάς κάποιου μικρού βασιλείου, και της Λικινίας. Καταγόταν από την πόλη Μαγεδών και αρχικά ονομαζόταν Πηνελόπη. Όταν η Αγία έγινε έξι ετών, ο πατέρας της Λικίνιος την έκλεισε σε ένα πύργο και ανέθεσε την διαπαιδαγώγησή της σε κάποιον γέροντα, ονόματι Απελλιανό, ο οποίος και έγραψε τα υπομνήματα του μαρτυρίου αυτής.

Μια νύχτα η Ειρήνη είδε το εξής όραμα: μπήκε στον πύργο ένα περιστέρι κρατώντας με το ράμφος του κλαδί ελιάς, το οποίο και άφησε επάνω στο τραπέζι. Επίσης, μπήκε και ένας αετός μεταφέροντας στεφάνι από άνθη, το οποίο τοποθέτησε και αυτός επάνω στο τραπέζι. Έπειτα μπήκε από άλλο παράθυρο ένας κόρακας, ο οποίος έβαλε επάνω στο τραπέζι ένα φίδι. Το πρωί που ξύπνησε απορούσε και σκεπτόταν τι άραγε να σημαίνουν αυτά που είδε. Τα διηγήθηκε λοιπόν στον γέροντα Απελλιανό και εκείνος τα ερμήνευσε ως προάγγελμα των στεφάνων της δόξας και του μαρτυρικού τέλους αυτής μετά τη βάπτισή της.

Στο Χριστιανισμό ελκύσθηκε από κάποια κρυπτοχριστιανή νέα, η οποία, λόγω της τιμιότητας και των αρετών της, έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως από τους γονείς της Πηνελόπης και είχε τοποθετηθεί από αυτούς ως θεραπαίνιδα της θυγατέρας τους. Ένας ιερεύς, ονόματι Τιμόθεος, βάπτισε κρυφά τη νεαρή ηγεμονίδα και τη μετονόμασε Ειρήνη.

Το γεγονός δεν άργησε να πληροφορηθεί ο πατέρας της Λικίνιος, όταν μάλιστα η Αγία Ειρήνη συνέτριψε τα είδωλα της πατρικής της οικίας ομολογώντας με αυτό τον τρόπο την πίστη της στον Χριστό. Για τον λόγο αυτό διέταξε να τη δέσουν στα πόδια ενός άγριου αλόγου, να τη σκοτώσει με κλοτσιές. Αλλά από θαύμα το άλογο στράφηκε εναντίον του και σκότωσε αυτόν. Τότε επικράτησε μεγάλη σύγχυση μεταξύ των εκεί παρεβρισκομένων ανθρώπων. Αλλά η Ειρήνη τους καθησύχασε με τα λόγια του Χριστού: «Παντα δυνατα τω πιστευοντι» (Μαρκ. θ΄ 23). Δηλαδή όλα είναι δυνατά σ’ εκείνον που πιστεύει. Και πράγματι, με θαυμαστή πίστη προσευχήθηκε και ο πατέρας της σηκώθηκε ζωντανός. Τότε, οικογενειακώς όλοι βαπτίστηκαν χριστιανοί. Στη συνέχεια έπαθε πολλά από τους Πέρσες και τους βασιλείς αυτών Σεδεκία και Σαπώριο Α'.

Έπειτα η Αγία Ειρήνη πήγε στην Καλλίπολη του Ελλησπόντου, όπου βασίλευε ο Νουμεριανός. Εκεί παρουσιάσθηκε σε αυτόν και ομολόγησε με παρρησία την πίστη της στον Χριστό. Οι ειδωλολάτρες την έκλεισαν διαδοχικά σε τρία πυρακτωμένα χάλκινα βόδια. Το τρίτο όμως βόδι, τη στιγμή που βρισκόταν εντός του η Μεγαλομάρτυς, όλως παραδόξως κινήθηκε, ενώ ήταν άψυχο ανθρώπινο κατασκεύασμα. Στη συνέχεια αυτό σχίσθηκε και βγήκε από μέσα του η Αγία εντελώς αβλαβής από την κόλαση της πυράς. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προσέλθουν στην πίστη του Χριστού χιλιάδες ψυχές. Στην πόλη Μεσημβρία της Θράκης η Αγία Ειρήνη θανατώθηκε, αλλά με τη δύναμη του Θεού αναστήθηκε και είλκυσε στην πίστη το διοικητή και ολόκληρο το λαό. Τέλος, η Αγία κατέφυγε μαζί με το δάσκαλό της Απελλιανό στην Έφεσο της Μικράς Ασίας, όπου διέμεινε επιτελώντας πολλά θαύματα και τιμώμενη ως αληθινή ισαπόστολος. Εκεί ανέπτυξε μεγάλη δράση μέχρι την ημέρα της κοιμήσεως αυτής, το 315 μ.Χ.

Στο Συναξάρι της αναφέρεται ότι στην Έφεσο η Αγία βρήκε μία λάρνακα, στην οποία δεν είχε ως τότε ενταφιασθεί κανένας, μπήκε μέσα σε αυτήν και κοιμήθηκε με ειρήνη. Πριν δε από την κοίμησή της η Αγία Ειρήνη είχε δώσει εντολή να μην μετακινήσει κανένας την ταφόπετρα, με την οποία θα σκέπαζε τη λάρνακα ο δάσκαλός της Απελλιανός, προτού περάσουν τέσσερις ημέρες. Μετά όμως από δύο ημέρες επισκέφθηκαν τον τάφο ο Απελλιανός και οι άλλοι, οι οποίοι είδαν ότι η ταφόπετρα ήταν σηκωμένη και η λάρνακα κενή.

Κατά τα δυτικά Μαρτυρολόγια η Αγία Ειρήνη μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη, αφού ρίχθηκε στην πυρά ενώ κατά το Μηνολόγιον του αυτοκράτορα Βασιλείου Β', η Αγία Ειρήνη τελειώθηκε μαρτυρικά δι' αποκεφαλισμού.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε)
Εἰρήνης τὸν ἄρχοντα, ἰχνηλατοῦσα σεμνή, εἰρήνης ἐπώνυμος, δι' ἐπιπνοίας Θεοῦ, ἐδείχθης πανεύφημε, σὺ γὰρ τοῦ πολέμου, τᾶς ἐνέδρας φυγοῦσα, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, ὡς παρθένος φρονίμη, διὸ Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη, εἰρήνην ἠμὶν αἴτησαι.

Πηγή: saint.gr

 Ο Άγιος Εφραίμ Νέας Μάκρης

Τα πρώτα χρόνια
Ο Άγιος Εφραίμ ο Μεγαλομάρτυς (κατά κόσμον Κωνσταντίνος Μόρφης) γεννήθηκε την 14 Σεπτεμβρίου 1384, ανήμερα της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, στα Τρίκαλα Θεσσαλίας. Τέκνο πολύτεκνης οικογένειας, έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα η μητέρα του να φέρει όλο το βάρος της ανατροφήςτου ιδίου και των επτά αδελφών του. Και αυτό το κατάφερε με αγώνα και μόχθο, ώστε τα παιδιά της να μείνουν πιστά στο δρόμο της αγάπης και του Χριστού, άγονταςπνευματική και ενάρετη ζωή.

Το 1395 κατέλαβε τη Θεσσαλία ο Σουλτάνος Βαγιαζίτ Α΄ με τα στρατεύματά του, ο οποίος αποκαλείτο Κεραυνός για την αγριότητά του. Η σκληρή διοίκησή του επέβαλε το παιδομάζωμα, ήτοι τη στρατολόγηση νέων αγοριών 14-18 ετών, ακόμα και μικρότερων, με σκοπό να δημιουργήσει ένα σώμα φανατικών Τούρκων, που θα στρεφότανεναντίον των Ελλήνων.

Ο Κωνσταντίνος γίνεται Μοναχός
Μέσα σε αυτό το φοβερό κλίμα που επικρατούσε στη σκλαβωμένη Ελλάδα μόνη παρηγοριά στάθηκαν οι Εκκλησίες και οι Ιερές Μονές. Έτσι η μητέρα του Αγίου, προκειμένου να τον γλιτώσει από τη μανία του παιδομαζώματος, τον προέτρεψε να φύγει από τα Τρίκαλα και εκείνος, έχοντας μια κλίση προς τον εκκλησιαστικό βίο, θέλησε να πάει σε Μοναστήρι. Με λιγοστά τρόφιμα και διαρκή προσευχή ξεκίνησε το ταξίδι του νότια. Η Θεία Χάρη οδήγησε τα βήματά του στην ξακουστή ανδρική Σταυροπηγιακή Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Αττική. Στην περιοχή αυτή, κοντά στη Νέα Μάκρη, από το 10ο και 11ο αιώνα υπήρχαν κελιά, καλύβες και ασκητήρια, όπου δεκάδες πιστοί Χριστιανοί ακολουθούσαν το δρόμο του Χριστού προς την αλήθεια και τη σωτηρία. Η τοποθεσία ονομάστηκε το

«Όρος των Αμώμων», δηλαδή των «Καθαρών». Εκεί εισήλθε ο Άγιος ως Δόκιμος για κάποια χρόνια μέχρι να έρθει στην κατάλληλη ηλικία για να γίνει Μοναχός. Το 1402 εκάρη Μοναχός με το όνομα Εφραίμ. Ασκήτεψε με υπακοή στο λόγο του Χριστού αποτελώντας παράδειγμα για τους μεγάλους Ασκητές και Πατέρες. Με ζήλο, ταπείνωση και σκληρούς αγώνες έγινε υπόδειγμα Μοναχού. Με την άδεια του Ηγουμένου είχε βρει μακριά από την Ιερά Μονή μια σπηλιά, όπου διαβιούσε με νηστεία, προσευχή και περισυλλογή. Με κατάνυξη αξιώθηκε και έλαβε το χάρισμα της Ιεροσύνης. Προσευχόταν από την ψυχή του «υπέρ του σύμπαντος κόσμου» και γονατισμένος μπροστά στο εικόνισμα της Μεγαλόχαρης παρακαλούσε αδιάκοπα για την προστασία και τη σωτηρία των αδελφών Χριστιανών που δοκιμάζονταν σκληρά.

Η καταστροφή του Μοναστηριού
Το 1424 οι Τούρκοι, μετά από μια σειρά βιαιοτήτων και λεηλασιών έφτασαν και στη Νέα Μάκρη. Ανέβηκαν στο Όρος των Αμώμων, πιστεύοντας ότι οι Χριστιανοί κρύβουν τους πολύτιμους θησαυρούς τους στα Μοναστήρια. Αφού λεηλάτησαν όλα τα κελιά και τα ασκητήρια έφτασαν στην Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Έσπασαν την πόρτα και όρμησαν εξαγριωμένοι στο Μοναστήρι. Απαίτησαν από τους Μοναχούς να τους παραδώσουν τους θησαυρούς, όμως μη βρίσκοντας αυτό που περίμεναν, ξέσπασαν την οργή τους στους Μοναχούς, μεταξύ αυτών τον Ηγούμενο και τους έσφαξαν όλους. Ο μόνος που γλίτωσε από τη Μοναστική κοινότητα ήταν ο Ιερομόναχος Εφραίμ, που έλειπε εκείνη την ημέρα στη σπηλιά του.

Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου
Όταν επέστρεψε στην Ιερά Μονή αντίκρισε έκπληκτος την καταστροφή. Αφού θρήνησε τους μάρτυρες, προχώρησε στην ταφή τους και κατόπιν επέστρεψε στο κελί του.

Πήγαινε στην έρημη πλέον Ιερά Μονή μόνο για να τελέσει κατά τις μεγάλες εορτές τη Θεία Λειτουργία, να υπηρετήσει το Ιερό Θυσιαστήριο και να μεταλάβει των Αχράντων Μυστηρίων. Αντιμετώπιζε δυσκολίες για τη διαβίωσή του και τρεφόταν μόνο με χόρτα, ελιές και σύκα που εύρισκε στο δάσος.

Μετά από πολλούς μήνες οι Τούρκοι επέστρεψαν πάλι στο Όρος των Αμώμων, συνεχίζοντας τις λεηλασίες. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1425, ο Μοναχός Εφραίμ κατέβηκε από τη σπηλιά του στο Μοναστήρι για να τελέσει τη Λειτουργία στη μεγάλη εορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού. Οι Τούρκοι, μόλις τον βρήκαν, τον κτύπησαν και τον βασάνισαν.

Ζητούσαν με οργή να μάθουν πού είναι κρυμμένοι οι θησαυροί, όμως ο Μοναχός τους απαντούσε ότι εκεί υπήρχαν μόνο πνευματικοί θησαυροί και προσευχόμενος διαρκώς τους έλεγε: «Δεν φοβάμαι ούτε τα μαρτύρια, ούτε το θάνατο. Καμιά δύναμη δε θα με κάνει να αρνηθώ την Πίστη μου στον Πανάγαθο Θεό».

Ήταν ανήμερα των γενεθλίων του, έκλεινε τα σαράντα ένα του χρόνια, όταν άρχισαν τα φρικτά βασανιστήρια. Καθημερινά τον ξυλοκοπούσαν και τον υπέβαλαν σε οδυνηρούς σωματικούς πόνους. Με αστείρευτη υπομονή δεχόταν ο Μεγαλομάρτυρας τις κακοποιήσεις, προσευχόμενος συνεχώς στο Θεό να του δίνει δύναμη. Το μαρτύριό του κράτησε οκτώμισυ μήνες ακλόνητος στην Πίστη του. Οι Τούρκοι των κρέμασαν ανάποδα σε μια μουριά, που υπάρχει σήμερα στο προαύλιο της Ιεράς Μονής και συνέχιζαν να τον βασανίζουν εξαγριωμένοι. Με μεγάλα καρφιά στα πόδια και το κεφάλι, κάρφωσαν το σώμα του στον κορμό του δέντρου και δεν σταμάτησαν εκεί. Ήταν 5 Μαΐου του 1426, πρωινό Τρίτης, όταν πήραν ένα μυτερό σκληρό ξύλο και αφού του έβαλαν φωτιά, κατατρύπησαν με αυτό το χιλιοβασανισμένο σώμα του, δίνοντας τέλος στο μαρτύριό του.

Ήταν ανήμερα τις εορτής της Αγίας Ειρήνης, που ειρήνευσε η ψυχή του, παραδομένη στον Κύριο Ιησού Χριστό, λαμβάνοντας ως έπαθλο το αμάραντο στεφάνι του Αγίου και Μεγαλομάρτυρα.

Η φανέρωση του Αγίου
Χρειάστηκαν 524 ολόκληρα χρόνια από το μαρτυρικό του θάνατο μέχρι να φανερωθεί. Με μια σειρά γεγονότων όπως οράματα, σημάδια του Θεού και εμφανίσεις του ίδιου του Αγίου, βρέθηκαν στις 3 Ιανουαρίου 1950 τα Ιερά του Λείψανα και έγινε σταδιακά γνωστή η ζωή του. Χιλιάδες πιστοί κατακλύζουν κάθε χρόνο τη Νέα Μάκρη, ελπίζοντας σε ίαση ψυχική, σωματική και πνευματική. Εκεί η Ηγουμένη Μακαρία και οι Μοναχές της, με πολλή ευσέβεια δέχονται τους επισκέπτες στην Ιερά Μονή, όπου φυλάσσονται τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Εφραίμ.

Η Ηγουμένη ήταν εκείνη που είχε την αξίωση να βρει το Άγιο σκήνωμα, όταν ήτα νεαρή. Η Θεία Πρόνοια την είχε οδηγήσει το 1945 στα ερείπια του Μοναστηριού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Βλέποντας το ερημωμένο Μοναστήρι αποφάσισε να μείνει εκεί και να προσπαθήσει σταδιακά να αναστηλώσει την παλαιά Μονή. Καθώς εργαζόταν στο προαύλιο άκουσε μια απόκοσμη βαθιά φωνή να λέει: «Σκάψε εκεί και θα βρεις». Η Μοναχή φώναξε έναν εργάτη και του ζήτησε να σκάψει στο συγκεκριμένο σημείο της αυλής. Εκεί υπήρχε ένας μισογκρεμισμένος τοίχος, ένα μέρος που έμοιαζε με παλαιό κελί Μοναχού. Σκάβοντας ανακάλυψε ο εργάτης ένα κρανίο, που εξέπεμπε γλυκιά ευωδία.

Η Μοναχή κατάλαβε ότι βρήκαν το λείψανο κάποιου Αγίου και το ασπάστηκε ευλαβικά. Κατόπιν βρήκε ολόκληρο το σκήνωμα του Αγίου. Τα πήρε και τα τοποθέτησε σε μια θυρίδα.

Το βράδυ που βρισκόταν στην παλαιά Εκκλησία άκουσε βήματα από την πλευρά που είχε βρεθεί ο τάφος, να διασχίζουν την αυλή και να κατευθύνονται προς την Εκκλησία.

Την κυρίευσε φόβο και ξαφνικά άκουσε μια φωνή να της λέει: «Μέχρι πότε θα με αφήσεις εκεί πέρα; Και ποιος μου έβαλε το κεφάλι έτσι…»

Στράφηκε προς τη φωνή και τον είδε να στέκεται στην πόρτα. Ήταν ψηλός, αδύνατος, πολύ μελαχρινός, με μικρά στρογγυλά μάτια που είχαν ρυτίδες στις άκρες, γενειάδα που έφτανε ως το στήθος του και φορούσε ράσο. Με το δεξί του χέρι την ευλογούσε, ενώ από το αριστερό έβγαινε ένα φως απόκοσμο. Αγαλλίασε η ψυχή της μπροστά στη μορφή του και με θάρρος του απάντησε: «Συγχώρησέ με. Μόλις ξημερώσει με το καλό, θα τα φροντίσω όλα».

Πράγματι το πρωί η Μοναχή πήρε τα οστά, τα καθάρισε προσεκτικά από το χώμα, τα έβαλε σε μια θυρίδα στο Ιερό της Εκκλησίας και τους άναψε κι ένα καντηλάκι. Την ίδια νύχτα είδε στο όνειρό του τον ίδιο Μοναχό. Κρατούσε στην αγκαλιά του μια εικόνα του, φτιαγμένη από ασήμι. Δίπλα του βρισκόταν ένα μανουάλι. Η Μοναχή πλησίασε, άναψε μια λαμπάδα και άκουσε τη φωνή του: «Σε ευχαριστώ πολύ. Το όνομά μου είναι Εφραίμ».

Με διάφορες οπτασίες και οράματα, ο Άγιος Εφραίμ φανέρωνε στις αδελφές του Μοναστηριού την ιστορία της ζωής του. Η Μοναχή Μακαρία αφηγείται: Ένα μεσημέρι λαγοκοιμόταν από την κούραση. Ξαφνικά βλέπει: «Μια ιερή πομπή να πλησιάζει προς το κελί της, ψάλλοντας ύμνους. Έφτασαν μέσα στο κελί, πήραν το σώμα του Αγίου που το κουβαλούσαν στους ώμους τους και το απόθεσαν στην αγκαλιά της. Οι ιερείς ξεκίνησαν να κάνουν την κηδεία και όλοι μαζί βρέθηκαν μέσα σε μια Βυζαντινή Εκκλησία, με περίτεχνο διάκοσμο, αφιερωμένη στον Άγιο».

Ένα μικρό κοριτσάκι που ζούσε στο ίδρυμα της Μονής μαζί με τη γιαγιά του, ένα βράδυ που ήταν ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, είδε τον Άγιο να το πλησιάζει. Εκείνος το είδε φοβισμένο, του χάιδεψε το κεφάλι και του είπε: «Μη με φοβάσαι παιδί μου. Είναι ο Άγιος Εφραίμ».

Η γιαγιά του κοριτσιού ένα βράδυ αργά άκουσε κάποιον να στέκεται έξω από την πόρτα του θαλάμου. Πιστεύοντας πως ήταν η αδελφή Μακαρία της φώναξε. Ξαφνικά μια λάμψη φώτισε όλη την περιοχή του Μοναστηριού. Μέσα από το φως εμφανίστηκε ο Άγιος. Κρατούσε στα χέρια του μια μικρή Βυζαντινή Εκκλησία, που είχε τέσσερις τρούλους στις άκρες κι έναν μεγάλο στο κέντρο με ένα φωτεινό Σταυρό. Αμέσως η γιαγιά γονάτισε μπροστά του και ο Άγιος της μίλησε: «Είμαι ο Μεγαλομάρτυρας Εφραίμ. Γεννήθηκα 14 Σεπτεμβρίου, ανήμερα του Σταυρού και πάλι 14 Σεπτεμβρίου ημέρα του Σταυρού, άρχισε το μαρτύριό μου. Να πεις στην αδελφή Μακαρία, πως θέλω να μου φτιάξει ένα τέτοιο προσκυνητάρι, στη στροφή του δρόμου, εκεί που καθόμουν και ξεκουραζόμουν».

Πράγματι οι Μοναχές έφτιαξαν το προσκυνητάρι, ένα κομψοτέχνημα, μικρογραφία Βυζαντινής Εκκλησίας.

Είναι αναρίθμητες οι μαρτυρίες για τις εμφανίσεις και τα θαύματα του Αγίου Εφραίμ. Ένα από αυτά αφορά την Εκκλησία του. Όταν έφτασε η ευλογημένη ώρα, που αξίωσε ο Κύριος, να χτιστεί ο Ναός του Αγίου, βρέθηκε από Θεία Πρόνοια, παλιά πέτρα που στόλιζε άλλοτε ένα οικοδόμημα στην Αθήνα. Η Ηγουμένη Μακαρία αναρωτιόταν, πού ακριβώς θα ήθελε ο Άγιος να χτιστεί η Εκκλησία του. Φτάνει τότε μια προσκυνήτρια στο Μοναστήρι και της λέει: «Είδα στο όνειρό μου τον Άγιο Εφραίμ και μου είπε: «Να πας να πεις στη Γερόντισσα, ότι τον τάφο μου τον θέλω μέσα στην Εκκλησία μου».

Πεντέμισι αιώνες φύλαγε η γη, σαν πολύτιμο θησαυρό στους κόλπους της τον Άγιο Εφραίμ, μέχρι που ο πολυεύσπλαχνος Θεός μας τον φανέρωσε, για να τον έχουμε βοηθό και οδηγό στις δύσκολες μέρες που ζούμε. Ας αναγνωρίσουμε όλοι μας τη δύναμη της πίστης και της προσευχής και ας προστρέχουμε σε Αυτόν, με ταπεινή καρδιά, παρακαλώντας Τον να μας ελεήσει. Και όλοι μαζί, ας ζητήσουμε από Αυτόν τον Άγιο του Θεού Εφραίμ, να είναι πάντα δίπλα μας, να μας φωτίζει, να μας στηρίζει και να μας καθοδηγεί.

Ἀπολυτίκιον Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης
Εν όρει των Αμώμων ώσπερ ήλιος έλαμψας, και μαρτυρικώς, θεοφόρε, προς θεόν εξεδήμησας, βαρβάρων υποστάς επιδρομάς, Εφραίμ Μεγαλομάρτυς του Χριστού, δια τούτο αναβλύζεις χάριν αεί, τοις ευλαβώς βοώσι σοι, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.

Πηγή: askitikon.eu
Προτεινόμενο βίντεο:
  

Γίνετε συμμέτοχοι στην προσπάθειά μας!

Αποστείλετε προτεινόμενο υλικό στο ptheoxaris@yahoo.gr προς ωφέλεια των ψυχών όλων μας!