Η αντιγραφή και αποθήκευση έχει καταχωρηθεί επιτυχώς!
Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.
Έχετε αντιγράψει το άρθρο στα αγαπημένα στις:
Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.
«...ἱερεὺς τις κατέβαινεν ἐν τὴ ὁδῶ ἐκείνη καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν...» (Λουκᾶ 10,31)
Μέσα στὴν ἱστορία τῆς παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τῆς γνωστῆς μας παραβολῆς τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, δύο πρόσωπα παρουσιάζονται τόσο ἀντίθετα μὲ τὸ κεντρικὸ πρωταγωνιστικό της πρόσωπο. Τὸ κεντρικὸ πρόσωπο τῆς παραβολῆς μας εἶναι ὁ καλὸς Σαμαρείτης καὶ τὰ ἄλλα δύο, τὰ ἀντίθετά του, εἶναι ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ λευίτης. Ὅσο ἐκεῖνος ἐμφανίζεται μὲ ψυχὴ γεμάτη ἀπὸ αἰσθήματα ἀγάπης καὶ συμπόνοιας καὶ ἀλτρουισμοῦ γιὰ τὸν πλησίον του, τόσο τὰ ἄλλα δύο, ἐμφανίζονται μὲ ψυχὴ γεμάτη ἀπὸ αἰσθήματα φιλαυτίας καὶ ἀδιαφορίας γιὰ τὸν πλησίον.
Καὶ αὐτὰ τὰ δύο πρόσωπα τῆς παραβολῆς μας, μὲ χαρακτήρα καὶ συμπεριφορὰ τελείως ἀντίθετα μὲ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, τυχαίνει νὰ ἔχουν κάποια ἐξαιρετικὴ θέση καὶ ἀξίωμα μέσα στὴν κοινωνία, τὰ ὁποῖα δὲν εἶχε ὁ Σαμαρείτης. Ἐκεῖνος εἶχε μόνο τὸ ἐπίθετο, ἐκεῖνο πού τοῦ ἔδινε ἡ καταγωγή του, καὶ μάλιστα ὄχι τόσο τιμητικό, ἐνῶ οἱ δύο ἄλλοι συμπρωταγωνιστές του στὴν παραβολὴ εἶχαν ἀξίωμα περίοπτο καὶ γιὰ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ καὶ γιὰ σήμερα. Ὁ ἕνας, ὁ Σαμαρείτης, ὁ καλὸς καὶ συμπονετικὸς ἄνθρωπος, θὰ λέγαμε ἦταν ἕνας ἁπλὸς λαικός, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δύο εἶχαν ἱερατικὸ ἀξίωμα, ὁ ἕνας ἱερεὺς καὶ ὁ ἄλλος λευίτης, θὰ λέγαμε μὲ τὴ σημερινὴ φρασεολογία, διάκονος. Καὶ ὅμως ὁ ἕνας, ὁ ἁπλὸς Σαμαρείτης εἶναι ἀξιέπαινος, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δύο, οἱ ἀξιωματοῦχοι ἀξιοκατάκριτοι.
Ἔτσι σήμερα, καθὼς ἀκοῦμε τὴν ὡραία αὐτὴ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, ἐπαινοῦμε τὸν φιλεύσπλαχνον καὶ ἀλτρουιστὴν Σαμαρείτην, πού περιποιήθηκε τόσο προσεκτικὰ τὸν καταληστευμένο καὶ πληγωμένο ἄνθρωπο, ἐνῶ κατακρίνομε καὶ καταδικάζομε τοὺς δύο, τὸν ἱερέα καὶ τὸν λευίτην, πού προσπέρασαν καὶ ἀδιαφόρησαν γιὰ τὸν ἑτοιμοθάνατο συνάνθρωπο τους καταμεσῆς τοῦ ἐρημικοῦ δρόμου, διότι σκέφθηκαν μὲ ὑπολογισμό, τὸ συμφέρον τους καὶ μὲ ἐξώφθαλμη φιλαυτία.
Καὶ ἀπὸ αὐτὸ τί συμπεραίνομε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅτι καλὰ κάνουν οἱ ἱεροκατήγοροι, οἱ ὁποῖοι μόλις ἀκούσουν κάποιο σκάνδαλο, κάποια παρατυπία μὲ θλιβερὸ ἥρωα κάποιον κληρικό, ἀμέσως σπεύδουν χαιρέκακα νὰ τὸ διατυμπανίσουν καὶ νὰ τὸ στηλιτεύσουν καὶ νὰ ρίξουν τὸν λίθο τοῦ ἀναθέματος ὄχι μόνο ἐναντίον τοῦ σκανδαλοποιοῦ κληρικοῦ, ἀλλὰ σχεδὸν ἐναντίον ὁλοκλήρου του ἱεροῦ Κλήρου; Ὄχι! Ἀσφαλῶς. Στὸν ἀνώνυμο ἱεροκατήγορο, πού νιώθει ἡδονὴ νὰ κατηγορεῖ τὸν κληρικὸ καὶ εὐχαρίστως νὰ τὸν διαπομπεύη καὶ νὰ ὑποσκάπτη τὸ κύρος καὶ τὸν σεβασμὸ τοῦ ἱεροῦ Κλήρου τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ τοῦ ἀπευθύνομε τὴν ἐρώτηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «σὺ τὶς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;» (Ρωμ. 14,4). Καὶ ἀκόμη θὰ τοῦ θυμίζαμε τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου μας «μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε» (Ματθ.7,1).
Ὅσοι συνηθίζουν ἐλαφρᾶ τῆ καρδία νὰ κατακρίνουν τοὺς ἱερεῖς, πιθανὸν κάποτε νὰ ἔχουν τὴν μόρφωση τῆς εὐσεβείας, νὰ δείχνουν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς. Κατὰ βάθος ὅμως εἶναι πολὺ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ εὐσέβεια. Τὸ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τόση ἐπιμέλεια καὶ εὐχαρίστηση συνάμα μὲ τὰ λάθη τῶν ἱερέων καὶ νὰ τὰ διαπομπεύουν, μαρτυρεῖ, ὅτι ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ εὐσέβεια. Μερικοὶ, ἐὰν δὲν εἶναι τελείως ἄπιστοι ἄνθρωποι, δὲν ἀνήκουν πάντως στοὺς ἰσορροπημένους ψυχικὰ ἀνθρώπους. Βασανίζονται οἱ δυστυχεῖς ἀπὸ δικά τους ἐσωτερικὰ ἤ καὶ ἐξωτερικὰ προβλήματα καὶ βρίσκουν λάθος διέξοδο στὸ νὰ κατακρίνουν καὶ στὸ νὰ κατηγοροῦν. Μοιάζουν μὲ ἐκεῖνα τὰ ἔντομα, τὰ ὁποῖα ἀρέσκονται ἐκ φύσεως σὲ ὅ,τι βρώμικο, νὰ κάθωνται ἐπάνω του καὶ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ αὐτό. Δὲν μοιάζουν μὲ τὴν εὐλογημένη μέλισσα, πού πετᾶ πάνω ἀπὸ τὰ ἄνθη, πού εὐωδιάζουν καὶ χαίρεται μὲ αὐτά. Ὁ ἱεροκατήγορος εἶναι μᾶλλον σκοτεινὴ ψυχή, πού ἀρέσκεται νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὸ κακό, χωρὶς ἐκεῖνος νὰ εἶναι ἀπηλλαγμένος ἀπὸ αὐτό. Καὶ ὁ Ἰούδας ὁ προδότης τοῦ Κυρίου μας, κάποτε κατέκρινε τὴν Μαρία, τὴν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, πού διέθεσε τόσο ἀκριβὸ μύρο γιὰ νὰ ἀλείψη τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, καὶ μάλιστα τὴν κατέκρινε μὲ ἐπιχειρήματα διόλου εὐκαταφρόνητα. Ὅπως θυμᾶσθε, εἶχε προτείνει τὰ χρήματα τοῦ πολύτιμου μύρου νὰ διετίθεντο χάριν τῶν πτωχῶν… Καὶ ὅμως ἡ κακία καὶ ἡ πονηρία του καὶ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας του ἦσαν καλὰ κρυμμένα πίσω ἀπὸ τὴν φιλάνθρωπη τάχα πρόθεσή του…
Δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ἱεροκατήγοροι τέτοια ψυχὴ ἔχουν καὶ τέτοια διάθεση, ψυχὴ καὶ διάθεση Ἰούδα. Δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ διορθώσουν τὰ κακῶς κείμενα, ἀλλὰ νὰ ἱκανοποιήσουν πάθος ψυχῆς σκοτεινὸ καὶ ἀδιευκρίνιστο. Δὲν μοιάζουν μὲ τὸν μεγάλο Ἅγιό μας, τὸν Μέγαν Κωνσταντῖνον, ὁ ὁποῖος μέσα στὴ πρώτη οἰκουμενικὴ Σύνοδό σὲ σχόλια ἐπικριτικὰ μερικῶν ἐναντίον κάποιων ἐπισκόπων ἀπήντησε ὅτι ἐκεῖνος, ἐὰν τυχὸν ἔβλεπε κάποιον ἀπὸ τοὺς ἱερωμένους νὰ ἁμαρτάνη μπροστά του εὐχαρίστως θὰ σήκωνε τὴν χλαμύδα του καὶ θὰ τὸν σκέπαζε, ὥστε νὰ μὴ γίνη γνωστὸ τὸ σκάνδαλο. Ὥστε, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μπορεῖ σήμερα, στήν παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, νὰ κατακρίνωνται σιωπηλὰ δύο κληρικοὶ, τοῦ Νόμου βέβαια, ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ λευίτης, καθὼς ἡ φιλαυτία τους ἀντιπαραβάλλεται μὲ τὴν φιλοστοργία καὶ τὴν αὐταπάρνηση τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, ὅμως οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ καταντᾶ ἱεροκατήγορος. Ἕκαστος ἔχει τὸν κρίνοντα αὐτόν. Ἀμὴν
†Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ