Και όπως κάποτε είχε πέσει μεγάλη πείνα, οι κάτοικοι αυτής της πόλης έστειλαν πολλά χρήματα στους κατοίκους των Ιεροσολύμων μέσω του Βαρνάβα και του Παύλου, από τους οποίους ξεκινήσαμε την ομιλία μας [σ.σ. έγινε προηγουμένως λόγος]. Από ποιον εμείς θα είμαστε άξιοι συγγνώμης, και τι είδους απολογία θα δώσουμε, όταν οι πρόγονοί μας έτρεφαν με τα χρήματά τους αυτούς που ζούσαν μακριά και έτρεχαν να τους βοηθήσουν – ενώ εμείς θέλουμε να απελάσουμε αυτούς που έρχονται από μακριά, και απαιτούμε ευθύνες με ακρίβεια; Και μάλιστα ενώ γνωρίζουμε ότι εμείς είμαστε οι υπεύθυνοι μυριάδων κακών…. Ας σκεφτούμε δε, ότι αν ο Θεός θελήσει να μας εξετάσει, όπως ακριβώς κάνουμε εμείς με τους φτωχούς, δεν θα τύχουμε καμία συγγνώμη και κανένα έλεος. Γιατί ειπώθηκε: «Όπως εσείς κρίνετε, έτσι και οι ίδιοι θα κριθείτε». Γίνε λοιπόν κι εσύ φιλάνθρωπος και ήμερος στο συνάνθρωπο, συγχώρεσε αυτόν που σφάλλει και δείξε έλεος, αν θέλεις να κριθείς ευνοϊκά. Γιατί όμως μπλέκεις τα πράγματα; Γιατί είσαι περίεργος; Μήπως ο Θεός πρόσταξε να ψάχνουμε τις ζωές των άλλων, να απαιτούμε ευθύνες και να πολυπραγμονούμε, ώστε να δυσκολεύονται οι άνθρωποι; [...]
Πηγή: Περί Ελεημοσύνης. Εκφωνηθείς εν τω παριέναι αυτόν χειμώνος ώρα, και ιδείν τους πένητας και πτωχούς ανεπιμελήτους ερριμμένους κατά την αγοράν, PG 51, 269-70 (pemptousia.gr)

