Τι πιστεύουν οι άλλες θρησκείες για τον θάνατο;


Ανάγνωση σε 8.1 λεπτά
Αναγνώσεις: |


Η αντιγραφή και αποθήκευση έχει καταχωρηθεί επιτυχώς!

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.

Έχετε αντιγράψει το άρθρο στα αγαπημένα στις:

Σας ενημερώνουμε ότι ο παρόν ιστότοπος χρησιμοποιεί λογισμικό διασφάλισης πνευματικών δικαιωμάτων.
Γραφείο Αιρέσεων και Παραθρησκειών Ι.Μ. Πειραιώς
Η ζωή και ο θάνατος! Ιδού τα δύο μεγάλα μυστήρια για την κορωνίδα της δημιουργίας, τον άνθρωπο. Πιο είναι επί τέλους το νόημα της παρούσης ζωής; Ποιος είναι ο προορισμός μας; Τι υπάρχει πέραν του τάφου;
Υπάρχει σκοπός στη ζωή μας ή ήρθαμε τυχαία στον κόσμο, ζούμε τυχαία και κάποια στιγμή θα πάψουμε να υπάρχουμε; Κάποιοι μας έφεραν σ’ αυτή τη ζωή, χωρίς να μας ρωτήσουν.

Και από τότε που γεννηθήκαμε, είμαστε υποχρεωμένοι να ζήσουμε σ’ αυτό τον κόσμο, σ’ ένα κόσμο που είναι γεμάτος βάσανα, θλίψεις και πόνους, με τελική κατάληξη τον βιολογικό μας θάνατο.
Από τα πανάρχαια ακόμη χρόνια προβληματίστηκε ο άνθρωπος πάνω σ’ αυτά τα μεγάλα οντολογικά και υπαρξιακά ερωτήματα και προσπάθησε, μέσω των θρησκειών και του φιλοσοφικού στοχασμού, να δώσει αυθεντικές απαντήσεις.
Αλλά και μέχρι σήμερα πολλοί άνθρωποι που έχουν φιλοσοφικές αναζητήσεις, και τολμούν να ανυψώσουν τις σκέψεις και τους προβληματισμούς των πέρα από τα στενά βιολογικά πλαίσια της παρούσης ζωής, βασανίζονται με παρόμοια ερωτήματα.
Όμως πέρα από την φιλοσοφία και την θρησκεία υπάρχουν και οι επιστήμες της Ιατρικής, της Γενετικής και της Βιοτεχνολογίας, που εμπλέκονται στο πρόβλημα της ζωής και του θανάτου, και φιλοδοξούν να δώσουν όχι απλά απαντήσεις, αλλά να καταργήσουν το θάνατο!
Αφορμή για το παρόν άρθρο μας πήραμε από πρόσφατο δημοσίευμα στο περιοδικό «ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ», με θέμα: «ΜΠΟΡΕΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΝΑ ΝΙΚΗΣΕΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ;
Ο ρόλος των θρησκειών Βουδισμός, Ισλάμ, Χριστιανισμός, της Νομικής και Ιατρικής».
Πρόκειται για συνέντευξη που πήρε η δημοσιογράφος κ. Άννα Μπαλλή από τρεις εκπροσώπους θρησκειών και της βιοηθικής.
Από τον κ. Ναϊμ Ελγαντούρ, πρόεδρο της Μουσουλμανικής Ένωσης Ελλάδος, τον κ. Θωμά Μαστακούρη, Δικηγόρο – συγγραφέα, L.L.Μ. στην βιοηθική, τον κ. Μάκη Αχλαδιώτη, δάσκαλο του Βουδισμού, του Βουδιστικού Κέντρου Αθήνας και τον κ. Γεώργιο Κατσιμίγκα, Νοσηλευτή – Θεολόγο, οι οποίοι έδωσαν ο καθένας τη δική του άποψη στο ερώτημα του θανάτου και της μετά θάνατον ζωής.
Η εν λόγω δημοσιογράφος, βαθιά επηρεασμένη από το πνεύμα του συγχρόνου θρησκευτικού συγκρητισμού και μη ικανοποιημένη από τις απαντήσεις που δίδει η Εκκλησία μας στα παρά πάνω ερωτήματα, καταφεύγει στο Ισλάμ, στον Βουδισμό και στις επιστήμες, για να έχει όπως νομίζει, μια σφαιρική εικόνα του θέματος, χωρίς ωστόσο να παραθεωρεί και την διδασκαλία της Εκκλησίας, την οποία τοποθετεί μαζί με τις άλλες θρησκείες.
Όπως και άλλες φορές τονίσαμε, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας δεν είναι μια θρησκεία, όπως οι άλλες θρησκείες, έστω η καλλίτερη.
Όλες οι θρησκείες αποτελούν κατ’ ουσίαν ανθρώπινα κατασκευάσματα, που εκφράζουν κατά κύριο λόγο ανθρώπινες υποκειμενικές επινοήσεις για τον Θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο, για τα παρόντα και τα έσχατα.
Στον αντίποδα των θρησκειών βρίσκεται η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, η οποία δεν είναι ανθρώπινη ανακάλυψη, αλλά αποκάλυψη Θεού εν τω προσώπω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού.
Ήρθε ο Χριστός στον κόσμο, όχι για να ιδρύσει μια ακόμη θρησκεία, αλλά για να επαναφέρει τον άνθρωπο στον αρχικό προορισμό, για τον οποίο τον έπλασε, να τον καταστήσει δηλαδή θείας φύσεως κοινωνό και μέτοχο της αληθινής και αιωνίου ζωής. Αλλά εδώ είναι το τραγικό.
Ο σύγχρονος άνθρωπος απέρριψε τον Χριστό και την ανάστασή του, με την οποία απέδειξε ότι είναι ο μόνος νικητής του θανάτου και ο μόνος χορηγός της ζωής και ανατρέχει στις θρησκείες του κόσμου και στην επιστήμη, για να λύσει τις υπαρξιακές του ανησυχίες.
Ποθεί μια άλλου είδους «αιώνια ζωή», και όχι αυτή που μας δίδει ο Χριστός, σύμφωνα με το λόγο του «ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω.6,47) και πάλιν «αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον και εις κρίσιν ουκ έρχεται αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω.5,24). Θέλει να ζήσει την αιώνια ζωή μέσα στα πλαίσια της παρούσης ζωής.
Ας δούμε όμως περιληπτικά ποιες «εξηγήσεις» έδωσαν οι παραπάνω ερωτηθέντες από την κ. Μπαλλή.
Ο Μουσουλμάνος κ. Ελγαντούρ, πιστός στη διδασκαλία του Κορανίου για την μεταθανάτιο ζωή, απορρίπτει την ιδέα της αιώνιας ζωής στα πλαίσια της παρούσης ζωής: «Να ζεις αιώνια και με τόσα προβλήματα που έχει η ζωή, βαριέσαι, κουράζεσαι […] Εμείς στο Ισλάμ ξέρουμε ότι αυτή η ζωή που ζούμε, που είναι 70, 80, 90 ή και 100 ετών, είναι πολύ μικρή μπροστά σε αυτή που θα ζήσουμε αργότερα και στην οποία δεν θα υπάρχει θάνατος. […] ξέρουμε ότι υπάρχει ανάσταση μετά το θάνατο.
Είναι εκείνη η μέρα που θα σηκωθούμε όλοι και θα κριθούμε, σύμφωνα με αυτά που έχουμε κάνει».
Πράγματι το Κοράνιο διδάσκει ανάσταση νεκρών, μέλλουσα κρίση, παράδεισο και κόλαση, αλλά η διδασκαλία γύρω από τα θέματα αυτά είναι ένα μίγμα ιουδαϊκών, χριστιανικών και άλλων παραδόσεων.
Ο παράδεισος του Κορανίου έχει έντονα υλιστικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει ό, τι ποθούσε ο Μωάμεθ, όταν ζούσε στην παρούσα ζωή.
Δηλαδή πανέμορφους κήπους με πολυποίκιλα φαγητά και φρούτα, ποτάμια με νερό αδιάφθορο, ποτάμια από γάλα και ποτάμια από γλυκό κρασί.
Επίσης όσοι θα πάνε στον παράδεισο, θα έχουν στη διάθεσή τους αγνές γυναίκες, (συζύγους). Για τον κάθε μουσουλμάνο αντιστοιχούν 72 «αιώνιες παρθένες» εξαιρετικής καλλονής.
Ο δικηγόρος, συγγραφέας και ειδικός σε θέματα Βιοηθικής και Βιοτεχνολογίας κ. Θωμάς Μαστακούρης, κάνει λόγο για «άλματα» της επιστήμης στον τομέα της βιοτεχνολογίας: «σκεφτείτε ότι δεν μιλάμε μόνο για τις επεμβάσεις στο ανθρώπινο γενετικό υλικό, όπως είναι η κλωνοποίηση ή το παιδί των τριών γονέων, αλλά και κάθε άλλο τομέα της ζωής, στον οποίο η επιστήμη έχει ανατρέψει τα δεδομένα: τεχνητή γονιμοποίηση, αμβλώσεις, μεταμοσχεύσεις, διατήρηση της ζωής (η μιας παρωδίας ζωής) με τεχνητά μέσα».
Τα άλματα της επιστήμης στους παρά πάνω τομείς βεβαίως είναι όντως εντυπωσιακά.
Ωστόσο παρά τις μέχρι σήμερα μεγάλες προόδους της επιστήμης στον τομέα της Γενετικής της Ιατρικής και της Βιοτεχνολογίας, αυτή εξακολουθεί ακόμη και μέχρι σήμερα να αδυνατεί να νικήσει τον θάνατο.
Και είναι απόλυτα βέβαιο, ότι ουδέποτε, μέχρι συντελείας των αιώνων, θα μπορέσει να τον νικήσει, διότι η νίκη του θανάτου δεν είναι έργο ανθρώπινης δυνάμεως, αλλά θείας.
Ο θάνατος ήδη νικήθηκε από τον μόνο νικητή του θανάτου τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό.
Πέραν τούτου η αλματώδης ανάπτυξη της επιστήμης στους παρά πάνω τομείς έχει δημιουργήσει μια σωρεία προβλημάτων και απειλών, που θέτουν σε κίνδυνο το μέλλον ολοκλήρου της ανθρωπότητας.
Ο διάσημος επιστήμων Jeremy Rifkin στο βιβλίο του «Ο αιώνας της βιοτεχνολογίας» απαριθμεί μερικά τέτοια προβλήματα:
«α) Μήπως με τον αναπρογραμματισμό των γενετικών κωδίκων της ζωής αναλαμβάνουμε το ρίσκο της μοιραίας διακοπής μιας εξελικτικής ανάπτυξης εκατομμυρίων ετών;
β) Μήπως η τεχνητή δημιουργία ζωής επιφέρει τον θάνατο του φυσικού κόσμου;
γ) Μήπως μετατραπούμε σε ξένους μέσα σ’ έναν κόσμο του οποίου ο πληθυσμός θα αποτελείται από κλωνοποιημένα χιμαιρικά και διαγονιδιακά δημιουργήματα;
δ) Μήπως η δημιουργία, η μαζική παραγωγή και η μαζική απελευθέρωση στο περιβάλλον χιλιάδων γενετικά κατασκευασμένων μορφών ζωής θα προκαλέσει μη αναστρέψιμη καταστροφή στη βιόσφαιρα, κάνοντας την γενετική ρύπανση ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τον πλανήτη απ’ ό,τι ήταν η πυρηνική και η πετροχημική ρύπανση;
ε) Τι σημαίνει να είσαι μια ύπαρξη σε έναν κόσμο, όπου τα παιδιά σχεδιάζονται και γεννιούνται κατά παραγγελία και όπου οι άνθρωποι αποκτούν ταυτότητα, γίνονται στερεότυπα και διακρίνονται στη βάση του γονοτύπου τους;»
Ο εκπρόσωπος του Βουδιστικού Κέντρου Αθήνας κ. Μάκης Αχλαδιώτης, μεταξύ άλλων είπε: «καθώς έχουμε αυτό το πολύτιμο σώμα, που η τάση του είναι να φτάσει στη φώτιση για το καλό όλων. Και αυτός είναι και ο σκοπός του Βουδισμού.
Όταν οι συνθήκες που δημιούργησαν το σώμα μας πάψουν να υπάρχουν, τότε επέρχεται ο θάνατος.
Και μιλάμε για τον θάνατο του σώματος, γιατί για μας τους βουδιστές το πνεύμα συνεχίζει και μετά το θάνατο, μάλιστα λέμε ότι δεν είμαστε το σώμα μας, αλλά έχουμε το σώμα μας, χρησιμοποιούμε το σώμα μας.
Ανάλογα με τις εντυπώσεις που έχουμε «φυτέψει» στο νου κατά την περίοδο της ζωής, στην φάση του θανάτου αυτές οι εντυπώσεις έρχονται στην επιφάνεια και καθορίζουν την επόμενη μας επαναγέννηση».
Ξεκάθαρα ο εκπρόσωπος του Βουδισμού δίνει την βουδιστική αντίληψη της ζωής και του θανάτου.
Το πρώτο που θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε είναι ότι ο ιδρυτής του Βουδισμού, ο Σιντάρτα Γκαουτάμα, ήταν ένας απλός άνθρωπος, που έζησε στη βόρεια Ινδία τον 5ον π. Χ. αιώνα και τελικά πέθανε.
Δεν μπόρεσε να νικήσει τον θάνατο, το μεγαλύτερο από όλα τα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Είχε φιλοσοφικές αναζητήσεις.
Το μεγάλο πρόβλημα που τον απασχολούσε ήταν το πρόβλημα του πόνου, των θλίψεων και γενικά των δεινών που ταλαιπωρούν και βασανίζουν τον άνθρωπο.
Προσπαθούσε να βρει την βαθύτερη αιτία τους και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να απαλλαγεί από αυτά.
Στο τέλος, ύστερα από πολλές ενδοσκοπήσεις και εσωτερικό διαλογισμό και ζώντας ένα ασκητικό τρόπο ζωής, νόμισε ότι βρήκε αυτό που ζητούσε.
Βρήκε, όπως ισχυρίζεται, «την έσχατη αλήθεια», που θα μπορούσε να οδηγήσει τον άνθρωπο στην πλήρη ελευθερία από όλα τα δεινά.
Και πια ήταν αυτή; Έφθασε να «δει τα πράγματα έτσι όπως όντως είναι».
Για τον Βούδα «όταν βλέπει κανείς πως όντως έχουν τα πράγματα», έχει υπερβεί κάθε είδους λύπη, ατέλεια και αποτυχία.
Κεντρική διδασκαλία του Βούδα ήταν, ότι όλα τα δεινά της ζωής δεν είναι τυχαία, ή αμετακίνητα.
Έχουν κάποια αιτία, η οποία όταν ξεριζωθεί, τότε τα δεινά και ο πόνος χάνονται. Τι είναι λοιπόν αυτό που πρέπει να ξεριζωθεί;
Είναι ο «πόθος», ο εγωκεντρικός πόθος για τις απολαύσεις των αισθήσεων και για την ίδια τη ζωή.
Όταν ο άνθρωπος νεκρώσει μέσα του αυτό τον πόθο, απελευθερώνεται από όλα τα δεινά και φθάνει σε μια άλλη κατάσταση που λέγεται νιρβάνα.
Αυτός είναι ο «παράδεισος» του Βουδισμού, το «νιρβάνα», το «σβήσιμο» της ανθρώπινης ύπαρξης στη μακαριότητα του μηδέν, δηλαδή της ανυπαρξίας! Τότε λυτρώνεται και από τους συνεχείς κύκλους των μετενσαρκώσεων.
Αλλά ο άνθρωπος είναι πλασμένος για τη ζωή, εκ φύσεως θέλει τη ζωή, αποστρέφεται τον θάνατο, διψάει για ζωή και μάλιστα για αιώνια ζωή μακαριότητος και ευτυχίας, χωρίς πόνους και θλίψεις.
Πως λοιπόν μπορεί το σβήσιμο του πόθου για ζωή να είναι ένας παράδεισος για τον άνθρωπο;
Το συμπέρασμα επομένως είναι ότι ο Βούδας, ούτε το πρόβλημα του πόνου μπόρεσε να λύσει, ούτε τον ίδιο τον θάνατο να νικήσει.
Η «εσχάτη αλήθεια» την οποία αναζητούσε και την οποία νόμισε ότι βρήκε, τελικά δεν ήταν η επίγνωση των πραγμάτων, αλλά ο ίδιος ο Χριστός, «η οδός και αλήθεια και η ζωή», (Ιω.14,4).
Τέλος ο κ. Γεώργιος Κατσιμίγκας, διατύπωσε την χριστιανική άποψη περί θανάτου και μετά θάνατον ζωής.
Έδωσε βέβαια κάποιες ορθές απαντήσεις, ωστόσο θα περιμέναμε να διατυπώσει με περισσότερη πληρότητα το αληθινό νόημα της αιώνιας ζωής και της εν Χριστώ κατάργησης του θανάτου.
Ποιο είναι τώρα το συμπέρασμα από όλες τις παραπάνω απόψεις; Ποιός από τους τρεις κατέχει και αποκαλύπτει την αλήθεια γύρω από τα μεγάλα αυτά ερωτήματα, ο Χριστός, ο Βούδας, ή ο Μωάμεθ;
Είναι προφανές ότι την αποκαλύπτει εκείνος, που αποδεικνύει πάνω στα πράγματα, ότι είναι ο κύριος της ζωής και του θανάτου. Και αυτός βέβαια είναι μόνον ο Χριστός.
Διότι ούτε ο Βούδας, ούτε ο Μωάμεθ, μπόρεσαν να νικήσουν τον θάνατο, ούτε να αναστήσουν άλλους ανθρώπους.
Ούτε επίσης η επιστήμη της Γενετικής μπόρεσε να κατασκευάσει άνθρωπο, άφθαρτο και αθάνατο.
Αντίθετα ο Χριστός αφού ανέστησε τον Λάζαρο, τον υιό της χήρας και την κόρη του Ιαείρου, στο τέλος ανέστησε και τον ίδιο τον Εαυτό του και αναλήφθηκε στους ουρανούς, για να αποδείξει ότι «εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει», (Ρωμ.6,9).
Τώρα πια είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι Αυτός και μόνον Αυτός είναι «η ανάστασις και η ζωή» (Ιω.11,25).
Και κάτι ακόμη.Ο Χριστός δεν ήρθε να μας χαρίσει απλώς μια κάποια μετά θάνατον επιβίωση, αλλά ζωή αληθινή και ποιότητα μετά θάνατον ζωής!
Ήρθε να μας χαρίσει «ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (Α΄ Κορ.2,9).
Ήρθε να μας χαρίσει την μακαριότητα του παραδείσου, που δεν μπορεί να περιγραφεί με ανθρώπινες λέξεις.
Και μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος, αφού ερεύνησε και διαπίστωσε με αντικειμενικότητα και χωρίς προκατάληψη τις πλάνες όλων των άλλων θρησκειών, στράφηκε σταθερά και αταλάντευτα προς τον Χριστό και έγινε μέτοχος της ιδικής του αληθινής και αιωνίου ζωής.

Γίνετε συμμέτοχοι στην προσπάθειά μας!

Αποστείλετε προτεινόμενο υλικό στο ptheoxaris@yahoo.gr προς ωφέλεια των ψυχών όλων μας!

                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Να λες “ευχαριστώ” για όλα όσα έχεις. Η ζωή, δεν έχει δεδομένα

                  Να μετράς τις ευλογίες σου. Καθημερινά. Να είσαι ευγνώμων για τα μικρά γιατί, δια μέσω τους, φτάνεις στα μεγάλα.
                  ‘Μεγάλα’ δεν σημαίνει απαραίτητα και ακριβά. Μπορεί να ακούγεται κλισέ αλλά, ναι, τα καλύτερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν. Η ευτυχία βιώνεται, δεν αγοράζεται, έτσι φρόντισε να ζεις στη στιγμή, να εισπνέεις κάθε μόριο από τον αιθέρα της, είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε περπατάς, είτε τρέχεις. Η ζωή σου δίνεται μόνο όταν της δοθείς εσύ πρώτος, απόλυτα και ολοκληρωτικά.
                  Οι περιορισμοί στη ζωή, ανεξαρτήτως αν είναι ενδογενείς ή εξωγενείς, βλάπτουν την όλη εμπειρία του να ζεις. Γιατί το να ζεις είναι εμπειρία, μοναδική μάλιστα, και όχι διαδικασία ρομποτική, όπως οι πλείστοι το βιώνουν. Μην αφήσεις κανέναν να σου πει το αντίθετο. Από την ώρα που ξυπνάμε μέχρι την ώρα που πάμε να κοιμηθούμε, έχουμε στη διάθεση μας μια χούφτα ώρες, οι οποίες κρύβουν μέσα τους άπειρους εμπειρικούς συνδυασμούς.
                  Κοίτα να αξιοποιήσεις σοφά αυτές σου τις ώρες. Αν τις αφήσεις να περάσουν στο έτσι, κούφιες και νεκρές, θα έχεις θυσιάσει όλες εκείνες τις ευκαιρίες που θα σου επέτρεπαν να ζήσεις τη ζωή σαν την εμπειρία που είναι, την εμπειρία που της αξίζει.
                  Τι αποτρέπει όμως τους παραπάνω από το να ζουν μια ζωή γεμάτη, μια ζωή ολοκληρωμένη, ζωή γεμάτη εμπειρίες; Οι αρνητικές σκέψεις, να τι. Η λανθασμένη πεποίθηση του ότι δεν μπορούν να πετύχουν τους στόχους τους, ξεχνώντας την ίδια στιγμή πως, μόνο και μόνο που ζουν και αναπνέουν, κι αυτό επίτευξη στόχου είναι, από τις μεγαλύτερες μάλιστα.
                  Η ζωή δεν σηκώνει αρνητισμό, θέλει θετικότητα. Κι αυτό, γιατί η τελευταία είναι το καύσιμο για να πάει κάποιος παρακάτω, να σπάσει την παράλυση που επιφέρει ο αρνητισμός και να αρχίζει να ζει, να μιλά, να γελά, να αστειεύεται, να αγκαλιάζει, να κάνει έρωτα, και γενικά όλα εκείνα που πρέπει να κάνει για να τιμά τον τίτλο του ως άνθρωπος πάνω σε αυτή τη γη. Γιατί, αν δεν τα κάνει όλα αυτά, τότε ποιος ο λόγος της ύπαρξης του; Γιατί να ζει;
                  Πίσω στις ευλογίες. Να τις μετράς. Καθημερινά, και με ευλάβεια. Μόνο έτσι θα συνειδητοποιήσεις πως ήδη έχεις στην κατοχή σου ότι ακριβώς χρειάζεσαι για να πας παρακάτω, να ταξιδέψεις στους συναρπαστικούς αιθέρες της ζωής, πάντα ψηλά, πάντα μπροστά. Αυτή είναι η ζωή. Και την βιώνουμε καθημερινά, στιγμή προς στιγμή.
                  πηγή

                  Πηγή: https://inpantanassis.blogspot.com/2020/02/blog-post_85.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Αγάπη συνεπάγεται θλίψη





                  Η Παναγία μας, πόνεσε πιο πολύ απ΄ όλες τις γυναίκες,  πιο πολύ απ΄ όλες τις μανάδες του κόσμου,  γιατί κανένα δεν έβλαψε, σε κανένα δεν έκανε κακό κι΄ όμως  Της έκαναν το μεγαλύτερο κακό όλης της οικουμένης.

                  Σταύρωσαν Τον Υιό Της .

                  Και αντικρύζοντάς Τον πάνω Στο Σταυρό, πόνεσε τόσο η καρδιά της …

                  Γι΄ αυτό μπόρει να καταλάβει την κάθε πονεμένη ύπαρξη, και συμπάσχει με τον κάθε άνθρωπο που πονά,  γιατί ακριβώς, ξέρει τι πάει να πει ”πόνος“.

                  ”Όταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ω, πως είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρμόσυνα! Η αγάπη, όμως, αυτή συνεπάγεται θλίψη· και όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη.

                  Η Θεοτόκος δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε καν με το λογισμό, και δεν έχασε ποτέ τη χάρη, αλλά και Αυτή είχε μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα στο Σταυρό, τότε ήταν η θλίψη Της απέραντη σαν τον ωκεανό, και οι πόνοι της ψυχής Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι από τον πόνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί και η αγάπη Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αγάπη του Αδάμ στον Παράδεισο. Και αν επέζησε, επέζησε μόνο με τη θεία δύναμη, με την ενίσχυση του Κυρίου, γιατί το θέλημά Του ήταν να δει η Θεοτόκος την Ανάσταση και ύστερα, μετά την Ανάληψή Του, να παραμείνει παρηγοριά και χαρά των Αποστόλων και του νέου χριστιανικού λαού.

                  Εμείς δεν φτάνουμε στο πλήρωμα της αγάπης της Θεοτόκου, και γι’ αυτό δεν μπορούμε να εννοήσουμε πλήρως το βάθος της θλίψεώς Της. Η αγάπη Της ήταν τέλεια. Αγαπούσε άπειρα τον Θεό και Υιό Της, αλλ’ αγαπούσε και το λαό με μεγάλη αγάπη. Και τι αισθανόταν άραγε, όταν εκείνοι, που τόσο πολύ η ίδια αγαπούσε και που τόσο πολύ ποθούσε τη σωτηρία τους, σταύρωναν τον αγαπημένο της Υιό;

                  Αυτό δεν μπορούμε να το συλλάβουμε, γιατί η αγάπη μας για τον Θεό και τους ανθρώπους είναι λίγη. Κι όπως η αγάπη της Παναγίας υπήρξε απέραντη και ακατάληπτη, έτσι απέραντος ήταν και ο πόνος της που παραμένει ακατάληπτος για μάς.

                  Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε στη Γραφή ούτε τις σκέψεις Tης ούτε την αγάπη Tης για τον Υιό και Θεό Tης ούτε τις θλίψεις της ψυχής Tης κατά την ώρα της σταυρώσεως, γιατί ούτε και τότε θα μπορούσαμε να τα συλλάβουμε. Η αγάπη Tης για τον Θεό ήταν ισχυρότερη και φλογερότερη από την αγάπη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ, και όλες οι δυνάμεις των αγγέλων και αρχαγγέλων εκπλήσσονται με Αυτήν“.

                  +Αρχιμανδρίτης Σωφρονίος Σαχάρωφ

                  vatopaidi.wordpress.com

                  gerontesmas.com 


                  Πηγή: https://akrovolistishellas.blogspot.com/2025/04/blog-post_83.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Μας παρέσυρε ο εγωϊσμός και ο υλισμός(π.Δημ.Γκαγκαστάθης)

                   Μας παρέσυρε ο εγωϊσμός και ο υλισμός. Μεγάλο κατήφορο πήρε ο λαός και ο κλήρος πρώτα. Κανείς δεν δικαιολογούμεθα. Ας επιβλέψη ο Κύριος και φωτίση και στηρίξη την Εκκλησία Του. Εγώ δεν φοβούμαι να χαθή η Εκκλησία ποτέ. Πιστεύω ότι είναι Κυβερνήτης ο Ίδιος ο Θεός, και πάντες οι εχθροί θα αφανισθούν από Προσώπου του Θεού.Η σημερινή εποχή είναι απελπιστική. Η νεολαία μας σχεδόν χάλασε. Έπεσε στη γαστριμαργία και σαρκολατρεία. Ούτε βλέπει, ούτε ακούει. Είναι ο καιρός του Νώε. Προσοχή, να σώσης την ψυχή σου...
                  Μας παρέσυρε ο εγωϊσμός και ο υλισμός. Μεγάλο κατήφορο πήρε ο λαός και ο κλήρος πρώτα. Κανείς δεν δικαιολογούμεθα. Ας επιβλέψη ο Κύριος και φωτίση και στηρίξη την Εκκλησία Του. Εγώ δεν φοβούμαι να χαθή η Εκκλησία ποτέ. Πιστεύω ότι είναι Κυβερνήτης ο Ίδιος ο Θεός, και πάντες οι εχθροί θα αφανισθούν από Προσώπου του Θεού.
                  Μου γράφεις ότι αρρώστησες από το πόδι και κάθησες αρκετόν καιρό… Τι περιμένεις; Η ζωή του ανθρώπου είναι όπως μία θάλασσα, πότε έχει γαλήνη και πότε μικρή τρικυμία και πότε μεγάλη. Όλα αυτά γίνονται δοκιμασίες του Θεού. Όταν περνούν ξεχνιούνται… Μπαλώματα βάζομεν εις το σώμα. Εκείνο που είναι το σπουδαιότερον και που πρέπει να έχουμε πάντοτε καλά είναι η ψυχή του ανθρώπου. Όπως τρέχομε διά το σώμα σε ιατρούς, λουτρά και ξοδευόμεθα, πρέπει να πηγαίνωμεν και εις τον Πνευματικόν για την ψυχήν, που είναι και δωρεάν…
                  παπά-Δημήτρης Γκαγκαστάθης (✞ 29 Ιανουαρίου 1975)

                  Πηγή: https://proskynitis.blogspot.com/2025/04/blog-post_16.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Όταν κάποιος πλανηθεί...

                  « Όταν κάποιος πλανεθεί, επειδή έχει πιστέψει απόλυτα στο λογισμό του, για να συνέλθει, δεν υπάρχει καμιά αυτόματη και θαυματουργική λύση. Για να θεραπευτεί πρέπει να κάνει τα εξής:
                  Πρώτο, το οποίο είναι η βάση και το κυριότερο, να συναισθανθεί πραγματικά την ελεεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει.
                  Αφού πρώτα συναισθανθεί, το δεύτερο είναι να μετανοήσει, να εξομολογηθεί και να μην ακούει ποτέ πια το δικό του λογισμό, αλλά τις υποδείξεις του πνευματικού του πατέρα.
                  Τρίτο, αφού συναισθάνθηκε την άθλια κατάστασή του, να ζητά συνεχώς δια της ευχής το έλεος του Θεού, για να τον ελεήσει ο Χριστός και να επανέλθει η χάρη Του.
                  Εγώ, άλλον θαυματουργικό τρόπο δε γνώρισα και ο καθένας μόνο με την ταπείνωση μπορεί να συνέλθει και να σωθεί. Μόνον η ταπείνωση σώζει».

                  Πηγή: https://inpantanassis.blogspot.com/2014/02/blog-post_7.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Σε αφήνει να πέφτεις..
                    Όσιος Ιωσήφ Ησυχαστής Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. Αλλ’ όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος, τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή. Συ όμως, τότε μη χάνεις την προθυμία σου, άλλα φώναζε διαρκώς την ευχή με βία, με το ζόρι, με πόνο πολύ. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και πάλι και πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς. Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις: «…Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά-σιγά καθαρίζεσαι από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός.

                  Πηγή: https://zpigikam.blogspot.com/2025/04/blog-post_01.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Αλήθεια τι περιμένεις; Προσεύχου.Εξομολογήσου.Μετανόησε


                  Άνθρωπε, απέφευγε την αμαρτία, όπως αποφεύγεις το στόμα του φιδιού. Η αμαρτία κυριαρχεί στον νου και εξουσιάζει την ψυχή μας.

                  Ο διάβολος είναι κακός δανειστής. Μας κάνει, να ξεχνάμε τις αμαρτίες μας, για να μη τις εξομολογούμεθα. Και μας πείθει, να τρέχωμε σε νέες αμαρτίες, γιατί τάχα δεν βλάπτουν. Με αυτές (τις αμαρτίες) μας δένει γερά. Με αυτές μας πουλάει και μας αγοράζει. Με αυτές μας κολακεύει και μας υποδουλώνει.

                  Όταν ελεγχόμαστε από την συνείδηση μας, νιώθομε αηδία. Τότε η μοναδική μας παρηγοριά είναι η ελπίδα της μετανοίας μας. Αλλά ενώ πάντοτε λέμε πως θα μετανοήσουμε, ουδέποτε μετανοούμε.
                  Ξεγελιόμαστε από τον ολέθριο λογισμό, που μας λέει: «Έχεις καιρό».

                  Είμαστε ένοχοι, αδελφοί. Από την μια πιστεύουμε και ομολογούμε Χριστό, και από την άλλη δεν κάνομε αυτά που μας προστάζει.

                  Αν, λοιπόν, συναισθάνεσαι ότι έχεις μέσα σου τραύματα λογισμών και πράξεων, γιατί αμελείς για τα κρυφά τραύματά σου; Είναι πολλοί, που από ντροπή και αμέλεια κάνουν τα κρυφά πάθη τους αθεράπευτα. Στο τέλος θα το μετανιώσουν, γιατί δεν τα είπαν!

                  Πλησίασε, αδελφέ. Πέταξε από πάνω σου το βάρος των αμαρτιών σου. Βάλε τα δάκρυά σου πάνω στην σαπισμένη πληγή σου. Γιατί φοβάσαι τον Γιατρό; Για σένα σαρκώθηκε. Για σένα έγινε άνθρωπος. Για να σε γιατρέψει από τα τραύματά σου. Δεν είναι ούτε σκληρός, ούτε άσπλαχνος. Δείξε Του το τραύμα σου, προσφέροντας τα δάκρυα και τους στεναγμούς σου.

                  Τι ωφελήθηκες τόσον καιρό κάνοντας την αμαρτία; Μέχρι πότε θα εναντιώνεσαι στον Δημιουργό σου και στα προστάγματα Του;

                  Έπεσες; Μην απελπιστείς. Σήκω. Έχε θάρρος. Πρόσπεσε στον Βασιλέα της δόξης Χριστό. Και εξομολογήσου τις αμαρτίες σου. Γιατί είναι Οικτίρμων και Πολυεύσπλαχνος.

                  Είναι πολύ εύκολο να συναντήσεις τον Ουράνιο Βασιλέα. Δεν θα σε εμποδίσουν ούτε στρατιώτες. Ούτε υπηρέτες. Ούτε φύλακες. Ούτε δώρα χρειάζονται για να πάρης άδεια να Τον συναντήσεις.

                  Αν το θελήσεις, αμέσως βρίσκεσαι μπροστά Του. Γιατί είναι αμνησίκακος. Φιλάνθρωπος. Ο Θεός των μετανοούντων: Ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Η ελπίδα των απελπισμένων. Η βοήθεια των
                  αβοήθητων. Η οδός της ζωής.

                  Προσεύχου. Εξομολογήσου. Μετανόησε.

                  Ο Κύριος δέχεται τα δάκρυα και τους στεναγμούς, εκείνου που μετανοεί ειλικρινά. Να λοιπόν, έχει ανοιχθή η θύρα της μετανοίας. Φρόντισε, τρέξε, πριν κλείσει. Ο Θεός δεν σου δίνει καιρό, για να αμελείς. Ούτε η θύρα της μετανοίας καθώς σε βλέπει ράθυμο, ανέχεται την δική σου καταφρόνηση. Ο καιρός της μετανοίας είναι λίγος.

                  Τι περιμένεις, λοιπόν;

                  Αγίου Εφραίμ του Σύρου




                  Πηγή: https://panagia-ierosolymitissa.blogspot.com/2019/11/blog-post_98.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Η επιστολή του Οσίου Εφραίμ Κατουνακιώτη στον παπα-Δημήτρη Γκαγκαστάθη


                   “Εν Χριστώ αγαπητέ αδελφέ παπα-Δημήτριε,

                  Χριστός Ανέστη!

                  … Οι Άγιοι δεν παρακαλούσαν τον Θεόν να τους αφαιρέση τα βάσανα και τας θλίψεις, αλλά να τους δίδη υπομονήν να τα υπομένουν αγογγύστως.






                  Αι θλίψεις αδελφέ μου και τα βάσανα είναι τα μέσα, τα αυτοκίνητα που θα μας πάνε στον Παράδεισον.

                  Σε αυτόν τον κόσμον, άλλο μη περιμένης.

                  Η χαρά και η αγαλλίασις επιφυλάσσεται για την άλλην ζωήν.

                  Ο Χριστός δεν λέγει στο Ευαγγέλιον «εν τω κόσμω θλίψιν έξεται; Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων; Στενή και τεθλιμένη η οδός;».

                  Κάθε μέρα τα διαβάζουμε αυτά.

                   Αν δεν υπήρχαν οι τύραννοι ούτε και μάρτυρας θα είχαμεν.

                  Η θλίψις γεννά την χαράν.

                  Θάρρος, λοιπόν, και μην απελπίζεσαι εύκολα.

                  Καλά, πολύ καλά κάνεις και προσεύχεσαι συχνά και ζητάς βοήθεια από τον Θεόν.

                  Πάντα έτσι να κάνης.

                  Καλόν όμως θεωρώ να σου πω, πως πρέπει και να λες την ευχήν, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Μεγάλη παρηγοριά θα βρης.

                  Να κρατάς στο χέρι σου το αριστερό κομποσκοίνι και να λες αυτήν την ευχήν.

                  Παπάς είσαι και να την λες, και κανείς δεν θα σε παρεξηγήση.

                  Μάλλον και τους ενορίτας σου να πης να την λένε και αυτοί.

                  Και θα δης πόση χαρά, συν τω χρόνω, θα σου φέρη.

                  Να την λες παντού, όπου και να βρίσκεσαι, ό,τι δουλειά και να κάνης, να μην την αφήσης ποτέ.

                  Πότε με την γλώσσα σου εκφώνως και πότε με το νου σου μυστικά (χωρίς να σε ακούη κανείς).

                  … Μου γράφεις, ότι ο κόσμος πήρε κατήφορο.

                  Άφησε τον κόσμο και κοίταξε τον παπα-Δημήτρη. Έσχατοι και κακοί καιροί.

                  Ο Θεός να μας σκεπάζη.

                  Μετά της εν Χριστώ αγάπης

                  Εφραίμ ιερομόναχος του παπα-Νικηφόρου”

                  aktines.blogspot.com



                  Πηγή: https://panagia-ierosolymitissa.blogspot.com/2025/03/blog-post_89.html
                  Πες μας τί νιώθεις και... Δες κάτι ειδικά για σένα ΕΔΩ!
                  Έχεις σημαντικές απορίες..; Βρες απάντηση ΕΔΩ!
                  Χαλάρωσε με μια Χριστιανική Ταινία ΕΔΩ!
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Πως γίνεται να μεγαλώσω τα παιδιά μου Χριστιανικά;
                  Η ανατροφή των παιδιών ίσως είναι ένα από τα δυσκολότερα πράγματα που ο γονέας καλείται να αντιμετωπίσει στην ζωή του. Η δε ανατροφή σύμφωνα με τα χριστιανικά πρότυπα είναι ακόμη πιο δύσκολη στην τύρβη της σύγχρονης κοινωνίας που ζούμε. Τα ερεθίσματα που αποπροσανατολίζουν τα παιδιά μας είναι ποικίλα και δύσκολα μπορούμε να τα προστατέψουμε από αυτά. Παρά ταύτα η Σύναξη Νέων Παλαιοχωρίου έχει επιμεληθεί την ιστοσελίδα της «Ορθοδοξία & Παιδί» όπου υπάρχει άφθονο υλικό για την ενασχόληση των παιδιών μας, εάν είναι σε ηλικία που ενδείκνυται.
                  Συγκεκριμένα, έχουμε συλλέξει τραγούδια, κινούμενα σχέδια, διαδραστικά παιχνίδια, υλικό για κατήχηση και άλλα. Αλλά πιο σημαντικό είναι ότι έχουμε αναρτήσει άρθρα που αφορούν στην διαπαιδαγώγηση και που δίνουν λύσεις σε προβλήματα της καθημερινότητας. Εάν λοιπόν έχετε οποιοδήποτε πρόβλημα ή απορία για το πώς να μεγαλώσετε τα παιδιά σας, μπορείτε να βρείτε λύσεις ΕΔΩ !
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Nόστιμη συνταγή για όσους αγαπάνε τα θαλασσινά.. Σουπιές με σπανάκι!!!

                   Σουπιές με σπανάκι!!!

                  Μια νόστιμη συνταγή για όσους αγαπάνε τα θαλασσινά αλλά και για τη νηστεία!!!

                  Υλικά

                  700 γρ σουπιές φρέσκες ή κατεψυγμένες

                  2 μεγάλα ξερά κρεμμύδια

                  1 κιλό σπανάκι

                  1 κσ πελτέ

                  1 μεγάλη ντομάτα κομμένη φέτες

                  1 ματσάκι άνηθο (προαιρετικά)

                  Αλάτι

                   πιπέρι

                  Ελαιόλαδο

                  Χυμό από 2 λεμόνια

                  Εκτέλεση

                  ①  Βάζουμε σε βαθιά κατσαρόλα με νερό που τις σκεπάζει. Βράζουμε σε χαμηλή φωτιά για 35-40 λεπτά ή μέχρι να μαλακώσουν. Στραγγίζουμε.

                  ②  Ψιλοκοβουμε το σπανάκι  και το πλένουμε καλά.

                  ③  Ξεφλουδιζουμε και κόβουμε τα κρεμμύδια στα 6 ή ακανόνιστα.

                  ④  Στην ίδια κατσαρόλα που βράσαμε τις σουπιές ρίχνουμε το λάδι να κάψει, προσθέτουμε τα φρέσκα κρεμμυδάκια και τα κρεμμύδια και τσιγαρίζουμε για λιγα λεπτά,ρίχνουμε τις σουπιές, τον πελτέ και τις ντομάτες, αφήνουμε για λίγο να σοταριστουν.

                   ⑤ Προσθέτουμε το σπανάκι και αφήνουμε να χάσει τον όγκο του. Ρίχνουμε αλάτι πιπέρι, 1/2 ποτήρι νερό, ανακατεύουμε και σιγοβράζουμε για 15 με 20 λεπτά.

                   ⑥   Στο τελευταίο 5 λεπτό ανοίγουμε τη φωτιά στο δυνατό να εξατμιστουν τα υγρά του και να δέσει το φαγητό.

                  ⑦  Τέλος ρίχνουμε το χυμό λεμονιού, ανακατεύουμε και έτοιμο το φαγητό μας!!!!!!

                  Tips :Βάλτε χόρτα διαφορά, απ αυτά που βάζετε για την πίτα, γίνεται εξίσου νόστιμο .

                  Εκτέλεση φωτό συνταγή από Blog -MPAXARI & KANELA!

                  https://mageirikikaisintages.blogspot.com/2025/03/n.html
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Αφιερωμένο στους λάτρεις της νοεράς προσευχής...
                  Σχόλιο Σ.Ν.Π.: "Αφιερωμένο στους λάτρεις της νοεράς προσευχής... Ένα άρθρο που αξίζει τον χρόνο μας από ένα βιβλίο που όλοι πρέπει να διαβάσουν!" Γράφει ο γ. Εφραίμ Φιλοθεΐτης 
                  Όταν ακόμη ήμεθα κοντά στον μακαριστό Γέροντά μου Ιωσήφ, πολλές φορές, για να μας ωφελήσει, έπιανε και μας εδιηγείτο την ζωή του. Ξεκινούσε από την παιδική ηλικία και λέγοντάς μας όσα πράγματα είχε γνωρίσει μας ωφελούσε πολύ. Μας έλεγε πράγματα που εμείς δεν εγνωρίζαμε καί, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, μας ωφέλησαν πολύ μετά την αποδημία του για τον άλλο κόσμο. Θα ήθελα να σας εκθέσω μερικά από αυτά τα πράγματα που μάθαμε ή βιώσαμε κοντά του και πρός ιδικήν σας ωφέλεια.

                  Όπως ξέρετε, όταν ο Γέροντας ήταν στον κόσμο, δεν είχε καθόλου θρησκευτικότητα, ήταν ένας αγνός νέος, λογικός, δίκαιος, τίμιος και μισούσε πάρα πολύ το άδικο. Προήρχετο από πολύ φτωχή οικογένεια και από νωρίς επιδόθηκε με ζήλο στο εμπόριο, με σκοπό να βοηθήσει την οικογένειά του και να πλουτίσει. Με την εξυπνάδα και τις ικανότητές του κατάφερε, ευθύς εξ αρχής αφ’ ότου ήλθε στην Αθήνα, να προκόψει στο εμπόριο και να δημιουργήσει ικανή περιουσία. Πρίν τον επισκεφθεί ο Θεός και του δώσει τη μεγάλη μετάνοια, είχε αρραβωνιασθεί, αλλά, καθώς έλεγε ο ίδιος, ζούσε τόσο προσεκτικά, ώστε ποτέ δεν άγγισε τη μνηστή του φοβούμενος μήπως φθάσει στο σημείο να την ασπασθεί.
                  Κάποια μέρα διάβασε ένα θρησκευτικό βιβλίο και τον σαγήνευσε. Δημιουργήθηκε μέσα του μία λύπη, μία αθυμία και μία βαριεστημάρα πρός τα εγκόσμια. Όταν τον είδαν έτσι άκεφο οι κόρες της ιδιοκτήτριας του σπιτιού στο οποίο έμενε, τον ρώτησαν την αιτία καί, για να τον βοηθήσουν, του έδωσαν να διάβασει το «Νέον Εκλόγιον», ένα βιβλίο με μία πολύ καλή επιλογή βίων Αγίων. Απόρησε ο Γέροντας όταν το διάβασε, δεν μπορούσε να πιστέψει πως υπήρχαν τέτοιοι άνθρωποι που αγωνίσθηκαν για το Θεό τόσο σκληρά στη ζωή τους, που έκαμαν με τη βοήθειά Του τόσα και τέτοια τέρατα και σημεία. Τότε του ήρθε η μνήμη του θεού κι από τότε ο Θεός έστειλε τη μετάνοια, έστειλε το φωτισμό του, του άνοιξε το νού κι άρχισε να σκέπτεται για την ψυχή του.
                  Από τότε άρχισε η νέα πνευματική σταδιοδρομία του. Εξομολογήθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του στον πνευματικό τις αμαρτίες του με πολλά-πολλά δάκρυα, άρχισε να «κρυώνει» πρός το εμπόριο, που το θεωρούσε πλέον εμπόδιο και αμαρτία στην καινούρια του πορεία, το εγκατέλειψε κι άρχισε να εργάζεται πολύ απλά εδώ κι εκεί, για να κερδίζει μόνο το ψωμί του.
                  Τίς μέχρι τότε οικονομίες του άρχισε να τις δίνει ελεημοσύνη, για να συγχωρηθεί ο πατέρας του, ενώ παράλληλα πήγαινε σε διάφορα προσκυνήματα, για να τονωθεί η πίστη του και η μετάνοιά του.
                  Πρίν αναχώρησει για το Άγιον Όρος, ήθελε να ελέγξει κάπως τις δυνατότητές του για τη μοναχική ζωή και προσπαθούσε να ασκηθεί, όσο μπορούσε, μέσα στον κόσμο. Πήγαινε στην Πεντέλη και θέλοντας να μιμηθεί τους στυλίτες ξενυχτούσε πάνω στα δένδρα, νήστευε πολύ (περνούσε το εικοσιτετράωρο με λίγο ψωμί ή ένα-δύο λουκούμια), ντυνόταν απλά, σκορπούσε τα χρήματά του και με λίγα λόγια άρχισε να μιμείται τους αγίους.
                  Όταν πιά είδε ότι μπορεί να ασκηθεί, να γίνει μοναχός, το αποφάσισε. Αφού αποκατέστησε την αδελφή του δίνοντάς της την ανάλογη προίκα και σε ηλικία 24-25 ετών ξεκίνησε για το Άγιον Όρος. Σκοπός του ήταν να μπεί στην υπακοή κάποιου ασκητή που να τρώει μόνο χόρτα, να αγρυπνά όλη τη νύχτα και να νήφει. Γι’ αυτό και κατευθύνθηκε πρός την έρημο. Μα τέτοιον ασκητή που γύρευε δεν βρήκε, γιατί, καθώς του είπαν, οι τέτοιου είδους αγωνιστές είχαν εκλείψει. Υπήρχαν κάποιοι ασκητές που έτρωγαν μία φορά την ημέρα, αλλά όχι μόνο χόρτα. Μπήκε στην υπακοή του γέρο-Δανιήλ, του Γέροντα των Δανιηλαίων, ανθρώπου πολύ πνευματικού, έμεινε ένα διάστημα κοντά του, του διάβαζε το Ψαλτήρι κι από την πολλή κατάνυξη έκλαιγε. Είδε ο γερό-Δανιήλ την πνευματικότητά του και τον έστειλε πάλι στη σπηλιά του, για να ασκηθεί μόνος του. Σε λίγο, για να μην πέσει σε πλάνη, πράγμα που κινδυνεύουν να πάθουν όσοι ασκούνται μόνοι τους, του έστειλε τον γέρο-Αρσένιο, έναν απλοϊκό μοναχό που είχε έρθει από την Ιερουσαλήμ και ποθούσε την ησυχία. Με την υπόδειξη τότε του γέρο-Δανιήλ ο Γέροντας και ο γέρο-Αρσένιος πήγανε και κοινοβιάσανε στο γέρο-Εφραίμ και τον γέρο-Ιωσήφ, οι οποίοι ήταν συγγενείς, Αρβανίτες στην καταγωγή, και μόναζαν μαζί στα Κατουνάκια.
                  Θά σας αναφέρω ένα περιστατικό, για να δείτε πόσο ο Γέροντας αγωνίσθηκε πάνω στο πάθος του θυμού, γιατί, όπως ξέρετε, ήταν λίαν θυμώδης. Κάποια μέρα ένας γείτονας μοναχός Κρητικός άρχισε να φωνάζει και να βρίζει τον γέρο-Εφραίμ άδικα για κάποιο λόγο. Ο Γέροντας, νέος με ζωντανά τα πάθη ακόμα μέσα του, σκέφθηκε να βγεί έξω αγανακτισμένος να «τακτοποίησει» τον μοναχό, γιατί άδικα στενοχωρούσε το Γέροντά του. Όμως κρατήθηκε, μπήκε στο ναό του Ευαγγελισμού, έπεσε στο έδαφος κι άρχισε να επικαλείται την Παναγία να τον συγκράτησει από κάποια ενδεχομένως ακραία συμπεριφορά. Κλαίγοντας και οδυρόμενος, βρέχοντας το έδαφος με την πλημμύρα των δακρύων του είδε ότι το πάθος του θυμού υποχώρησε, ηρέμησε, λογικεύθηκε και βγαίνοντας έξω τακτοποίησε το πράγμα με πολλή αγάπη.
                  Όπως εκ των υστέρων ομολογούσε ο Γέροντας, αν δεν κυριαρχούσε στο θυμό του εκείνη τη μέρα, ίσως και να σκότωνε τον μοναχό γιατί είχε τόση ανδρεία και δύναμη μέσα του, που μπορούσε να τα βάλει με δέκα και να τους νικήσει. Αυτή ήταν η πρώτη νίκη στο μοναχικό του στάδιο.
                  Μετά την κοίμηση του γέρο-Εφραίμ και του γέρο-Ιωσήφ οι δύο μοναχοί φλεγόμενοι από τον πόθο για σκληρότερη ασκητική ζωή ανέβηκαν στον Άγιο Βασίλειο που τους ήταν γνωστός όπως και άλλες σπηλιές μεγάλων οσίων του Αγίου Όρους - του αγίου Αθανασίου του Λαυριώτου, του οσίου Νείλου του Μυροβλήτου, του άγιου Πέτρου του Αθωνίτου - πρίν μονάσουν κοντά στον παππού Εφραίμ. Μία φορά βαδίζοντας από τον Άγιο Βασίλειο πρός την Λαύρα, όπου ήταν ο πνευματικός τους, για να εξομολογηθούν και να λειτουργηθούν, καθώς έφθασαν στη θέση «Κρύα Νερά» κάτω από τον Άθωνα, από το πολύ χιόνι, την ταλαιπωρία και την εξάντληση από την υπερβολική νηστεία ο Γέροντας απέκαμε. Σταμάτησαν άναψαν λίγη φωτιά να ζεσταθούν κι όλη τη νύχτα την πέρασαν κάνοντας μετάνοιες, μέχρι που ξημέρωσε και γύρισαν πίσω.
                  Γιά να βιάζει ο Γέροντας τον εαυτό του σε ολονύχτια ορθοστασία (δέκα ώρες), έφτιαξε ένα μπαστούνι κάπως διαφορετικό από τα συνηθισμένα, όπως έχετε δεί, και κεί πάνω ακουμπούσε και προσηύχετο με ή χωρίς το κομποσχοίνι. Μία φορά - ποιός ξέρει μετά από πόσες ώρες τέτοιας αγρυπνίας - έχασε τις αισθήσεις του και έπεσε κάτω. Όταν συνήλθε, ένιωσε τον εαυτό του πεσμένο κάτω, την εικόνα της Παναγίας και το καντηλάκι του πεσμένο κάτω και χυμένο πλάι του, το μπαστούνι πεταμένο πέρα μακρυά.
                  Άλλοτε πάλι έκανε έγκλειστος, δεν έβγαινε καθόλου. Από το παραθυράκι κατά διαστήματα ο γέρο-Αρσένιος του έδινε το παξιμαδάκι. Μία νύχτα άνοιξε το παράθυρο να πάρει αέρα, ζαλίστηκε κι έπεσε απ’ το παράθυρο.
                  Κάποτε σε μίαν εορτή, ο γέρο-Αρσένιος πήγε σε γειτονική καλύβη για να κοινωνήσει, ενώ ο Γέροντας αγρυπνούσε μόνος του με πολύ πένθος και μία αίσθηση της αμαρτωλότητος και αναξιότητός του, διότι οι άλλοι πατέρες θα μεταλάμβαναν, ενώ αυτός θα έμενε άμοιρος αυτής της χάριτος για τις αμαρτίες του. Ξαφνικά ένιωσε ένα σκούντημα στο κεφάλι, σήκωσε το κεφάλι, κοίταξε και μέσα στα σκοτεινά είδε μία λάμψη. Μέσα στη λάμψη ήταν ένας ωραιότατος άγγελος που κρατούσε στο αριστερό του χέρι ένα κουτάκι ολόλαμπρο και στο δεξί μία λαβίδα. Ο Γέροντας ευρισκόμενος υπό την επήρεια του πνευματικού αυτού φαινομένου και του μυστηρίου της χάριτος της οπτασίας κατάλαβε αθέλητα και χωρίς να σκεφθεί - γιατί σ’ αυτές τις στιγμές ο άνθρωπος παύει να σκέφτεται αισθάνεται κατά το σύνηθες - έκαμε αυτό που ο Θεός του έλεγε να κάνει: Άνοιξε το στόμα του, κοινώνησε από του αγγέλου το χέρι με Άγιον Άρτον και έφυγε ο άγγελος, έσκυψε πάλι το κεφάλι του και δυναμωμένος από το γεγονός συνέχισε την ευχή.
                  Πολλές είναι οι ασκήσεις που έκαμνε ο Γέροντας και με τη χάρη του Θεού κατάφερε να αγνίσει τελείως τον εαυτό του κυρίως από το σαρκικό πάθος. Η θέση του μονάχου απέναντι στο πάθος το σαρκικό, πρέπει να είναι πόλεμος στήθος με στήθος. Οι σαρκικοί λογισμοί να αντιμετωπίζονται με ξύλο. «Σκοτώστε τον εαυτό σας», μας έλεγε, «γιά να ζήση η ψυχή». Εάν δεν αντιμετωπίσομε αυτό το θηρίο κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν υποτάσσεται η σάρκα στο πνεύμα. «Τό ξύλο θα τόχετε κάτω από το μαξιλάρι καί, μόλις έλθουν οι λογισμοί, ξύλο! Έτσι σιγά-σιγά ο άνθρωπος αποκτά το άνθος και την ευωδία της αγνότητας και της καθαρότητας, πράγμα που έχει πολλή παρρησία στο Θεό».
                  Η αγνότης του Γέροντος ήταν κάτι το θαυμαστό. Θυμάμαι, όταν έμπαινα το βράδυ στο κελλάκι του, ευωδίαζε όλο. Η δε οσμή της προσευχής του αισθανόμουν να διαποτίζει ό,τι τον περιέβαλε, επηρεάζοντας όχι μόνο τις εσωτερικές αλλά και τις εξωτερικές μας αισθήσεις. Όταν μας μιλούσε για την αγνότητα της ψυχής και σώματος, έφερνε πάντοτε ως παράδειγμα την Παναγία μας. «Δέν μπορώ να σας περιγράψω», έλεγε, «πόσο αρέσει στην Παναγία μας η καθαρότης και η σωφροσύνη. Επειδή αυτή είναι η μόνη αγνή Παρθένος, γι’ αυτό και όλους έτσι μας θέλει και μας αγαπά». Και πάλι έλεγε: «Δέν υπάρχει άλλη πιό ευωδιαστή θυσία πρός τον Θεό, σαν την αγνότητα του σώματος, που αποκτάται με αγώνα και αίμα. Γι’ αυτό βιασθείτε! Μη δέχεσθε καθόλου τους αισχρούς λογισμούς!»
                  Όταν ήμεθα στη Νέα Σκήτη, ήρθε κάποιος μοναχός και είπε στον Γέροντα ότι είχε σαρκικό πόλεμο και τα σχετικά. Ο Γέροντας του είπε να κόψει το κρασί, να «σφίξει τη ζώνη του», να διώχνει τις αισχρές φαντασίες, να χρησιμοποιεί το ξύλο και να είναι σίγουρος ότι ο πόλεμος θα υποχώρησει. Μετά από κάποιο διάστημα ξανάρθε ο μοναχός και είπε ότι ακολούθησε την εντολή, αλλά ο πόλεμος συνεχιζόταν. Του ‘δωσε το ξύλο ο Γέροντας, για να του δείξει πως χτυπάει τον εαυτό του, μα εκείνος στην ουσία χάιδευε το σώμα του. Τότε ο Γέροντας άρπαξε το ξύλο, σήκωσε το ζωστικό και με τρείς που έδωσε στα πόδια τόσπασε το ξύλο. Απόρησε ο μοναχός. «Παιδάκι μου, έτσι βγαίνουν τα δαιμόνια! Όχι με χαϊδέματα!»
                  Έλεγε μάλιστα ο Γέροντας σχετικά, ότι μία μέρα κάνοντας την ευχή, καθώς έκλεισε τα μάτια του, είδε μπροστά του ένα δαίμονα. Φώναξε τον γέρο-Αρσένιο ν’ ανάψει φωτιά, μιά και μετά από πάλη τον είχε δέσει, ώστε να τον κάψουν. Όταν κατάλαβε ο δαίμονας, έγινε κόρακας κι έφυγε. Όταν ξύπνησε ο Γέροντας, είδε ότι είχε απελευθερωθεί από το πάθος της σαρκός. Οι τοίχοι του κελλιού του ήταν χαλασμένοι από τις μπουνιές και τα κτυπήματα, δείγματα της πάλης του με τους δαίμονες.
                  Μέσα στην αδελφότητά μας, στη μικρή μας συνοδεία, βασικό στοιχείο της μοναστικής μας ζωής ήταν και η αγρυπνία. Μας το τόνιζε ο Γέροντας ότι χωρίς αγρυπνία προκοπή δεν γίνεται, δεν αποκτά θεμέλιο ο μοναχός. Και όπως ξεύρετε, ήταν καθιερωμένο, από την πρώτη νύχτα που θα ερχόταν κάποιος δόκιμος στη συνοδεία μας έπρεπε ούτως ή άλλως να αγρυπνήσει. Αγρυπνούσαμε όλη τη νύχτα, Ιδιαίτερα το καλοκαίρι που η νύκτα είναι μικρή. Η αγρυπνία μας ήταν δέχα ώρες: κομποσχοίνι, μετάνοιες, μελέτη και λογισμοί στον Γέροντα. Μα μπόρεσες να κοιμηθείς το απόγευμα, μα δεν μπόρεσες εξαιτίας πειρασμού ή για κάποιον άλλο λόγο, η αγρυπνία σου θα γίνει! Αυτό ήταν το τυπικό. Ουδεμία συγκατάβασις συγχωρείτο από μέρους του Γέροντος, ώστε να μην αγρυπνήσει ο αδελφός. Μας γύμναζε πάντοτε στην αγρυπνία και μας έλεγε το πόσον ωφέλιμη είναι. Πόσα είναι τα κέρδη τα πνευματικά, πόσο πλουτίζει τον άνθρωπο, πως τον κρατάει νηφάλιο. Πόσα είναι τα χαρίσματα της νοεράς προσευχής. Μας υπενθύμιζε το σκοπό για τον οποίο εγκαταλείψαμε τον κόσμο και πήγαμε κοντά του έχοντας γνώση του αυστηρού τυπικού. Όταν επρόκειτο να με κάμει μοναχό, μου είπε: «Θάνατος! Είτε έτσι είτε αλλιώς, είτε ζής, είτε αρρωστήσης, είτε πόνεσης, ένα θα ’χης στη σκέψη σου: ότι ο θάνατος μόνο θα σε χωρίσει από εδώ. Μη ζήτησης παράκληση, μη ζητήσης θεραπείες». «Νά ’ναι ευλογημένο, Γέροντα. Θάνατος, θάνατος!»
                  Ο λογισμός βέβαια, πότε της υπερηφάνειας, πότε της αμελείας ή οτιδήποτε άλλο, με πολεμούσε πολύ, αλλά μας έλεγε να τον αντιμετωπίζουμε με τέλεια καταφρόνηση και αδιαφορία. «Κράτα την ευχή! Θα περάσει. Φουρτούνα είναι- επίθεσις. θα υποχώρησει. Όταν εσύ αντισταθείς, όταν κρατήσεις το μέτωπο γερά, όταν δεν χάσεις το θάρρος σου, θα υποχώρησει. Ούτως ή άλλως αυτή είναι η τακτική του διαβόλου: να επιτίθεται, για να σπάσει το μέτωπο, να ρίξει το τείχος, να προχωρήση η ορμητικότητα του νερού, να κατακλύσει, να γκρεμίσει ό,τι όρθιο υπάρχει. Κράτα το τείχος γερά, και αυτός θα υποχώρησει». Και υποχωρούσαν οι λογισμοί.
                  Αγρυπνούσαμε κάθε νύχτα. Ώρες στην προσευχή. Άλλος στο σκαμνάκι, άλλος κάτω, εισπνέαμε και εκπνέαμε το όνομα του Χριστού. Αγωνιζόμαστε με όλη μας τη δύναμη. Μας πολεμούσε ο ύπνος; Αντιστεκόμεθα, βγαίναμε έξω από την καλύβα. Μα κρύο, μα βροχή, μα παγωνιά, έξω! Προκειμένου να κοιμηθούμε και να χάσουμε την αγρυπνία, προτιμότερος ο πόλεμος, προτιμότερη η δυσκολία. Κι ας μη καταλαβαίναμε την ευχή, αρκεί να ήμεθα άγρυπνοι και να μαχώμεθα. Μας συνιστούσε επίσης ο Γέροντας ότι δεν πρέπει να λείπουν τα δάκρυα από την αγρυπνία του μοναχού. Ο μοναχός πρέπει να κλαίει συνεχώς, για τις αμαρτίες του, για τους άλλους, για την πρός τον Θεόν αγάπη.
                  Μάς έλεγε επίσης ότι, όταν η προσευχή προχώρησει και καλλιεργηθεί προφορική επίκληση του ονόματος του Ιησού, αρχίζει σταδιακά ο νούς να απαλάσσεται από τον μετεωρισμό και να κατακτά το όνομα του Χριστού. Αφού ο νούς πάρει όλη την προσευχή, τότε αρχίζει να ανοίγεται η καρδιά και να δέχεται το κατέβασμα της προσευχής. Και μετά από χρόνια, μετά από βία περιεκτική, δηλ. βία γενίκη σ’ όλους τους αγώνες της ασκήσεως, η καρδιά δέχεται ολόκληρη την προσευχή και δημιουργείται η καρδιακή κατάστασις, που είναι μία κατάκτηση βασιλική της καρδιάς πάνω στην ευχή και στα πάθη. Κυριαρχεί μία ειρήνη και μία υποταγή των πάντων στην κυβέρνηση του Χριστού, που βασιλεύει διά του θείου ονόματός Του.
                  Πρωτοπόρος στην ευχή ήταν ο Γέροντας. Αγρυπνούσε πάντα με μεγάλες επιτυχίες. Νοερά προσευχή επτά-οκτώ ώρες, οκτώ ώρες ο νούς μέσα στην καρδιά. Σκεφθείτε δουλειά με το όνομα του Χριστού! Οκτώ ώρες μέσα στην καρδιά! Σκεφθείτε το όργωμα της καρδιάς διά της χάριτος του Θεού! Εξ ού γινόταν ο κλαυθμός, κατά το πλείστον από την αγάπη και τον έρωτα του Θεού. Όταν δεν υπήρχε αυτή η παράκλησις, ο κλαυθμός εστρέφετο πενθικός γύρω από τον θάνατο, γύρω από την σταύρωση του θεανθρώπου Χριστού μας, γύρω από την προσευχή για τον κόσμο - γιατί είχε πάρα πολύ μεγάλη αγάπη για τον κόσμο. Αν κάποτε δεν είχε άμεσα την επίσκεψη του Θεού, την προκαλούσε: Έψαλλε κανένα νεκρώσιμο τροπάριο, έφερνε στη μνήμη του άλλους αγωνιστές κι έτσι προσπαθούσε να ξεπεράσει τη δυσκολία και να ελκύσει τη θεία χάρη. Όλη τη μέρα μας υπενθύμιζε: «Κρατάτε την ευχή! Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με!»
                  Πήγαινα το βράδυ, όταν έβγαινε από την καλύβα του, τον πλησίαζα και του έλεγα ότι ο ύπνος με πολεμά. «Κράτα γερά! Κράτα το όπλο και μη φοβάσαι», μου απαντούσε. Το καλοκαίρι έρχονταν οι βάρκες και ψάρευαν με το φώς, με τις λάμπες. «Βλέπεις παιδί μου, έλεγε, πως αγωνίζεται αυτός εδώ ο ψαράς όλη τη νύχτα, για να πιάσει μία χούφτα ψάρια, να τα πάει στο σπίτι του, και παρακολουθεί και αγρυπνεί για κάτι το γήινο; Βλέπεις, καμιά φορά τραγουδάει, για να περάσει η ώρα. Εμείς που ήλθαμε, για να ψαρέψουμε την χάρη του Θεού, δεν πρέπει να αγρυπνούμε; Κι εμείς πρέπει να τραγουδούμε, δηλαδή να ψάλλουμε, να υμνολογούμε τον Θεό- να αγρυπνούμε στους λογισμούς, να μη κοιμώμεθα. Αυτός εδώ κάτω ο ψαράς για τα λίγα ψαράκια, εμείς όμως για πνευματική άγρα, για το ψάρεμα της Βασιλείας των Ουρανών, για χάρη περισσότερη, για μισθό αιώνιο ενώπιόν του Θεού. Μεγάλη υπόθεσις!». «Είναι αλήθεια, Γέροντα…». Κι έτσι μας δυνάμωνε.
                  Ο Γέροντας αγωνιζότανε πολύ και στην εγκράτεια. Όταν έφθανε η Μεγάλη Σαρακοστή, εκεί πιά εκορυφώνετο η νηστεία του. Στην πρώτη Σαρακοστή που ήμουν κοντά Του, η νηστεία που μας επέβαλε μου φάνηκε υπερβολική, αλλά ήταν πολύ πιό ήπια απ’ αυτήν που έκαναν με τον γέρο-Αρσένιο τα προηγούμενα χρόνια. Είχαν κάτι πιατάκια που χωρούσαν μερικές μόνο κουταλιές φαγητό. Αυτό ήταν το φαγητό του εικοσιτετραώρου και χωρίς βέβαια ψωμί. Έπαιρναν ελάχιστη τροφή, ίσα-ίσα να μπορούν να στέκουν στα πόδια τους, για να αγωνίζονται.
                  Όταν τον συνάντησα εγώ, ήταν μέτριος στην αυστηρότητα εν συγκρίσει με την αυστηρότητα που είχε, όταν ήταν στον Άγιο Βασίλειο. Είχε ακουσθεί η φήμη του ως μεγάλου ασκητού και πήγαν αρκετοί, για να μονάσουν κοντά του, αλλά δεν μπόρεσαν, γιατί ήταν απαιτητικός. Όταν κατέβηκε στη Μικρή Αγία Άννα, όπου τον βρήκα εγώ, ήταν αυστηρός. Κυρίως με μένα ήταν ένας συνεχής καταπέλτης. Βέβαια ο θεός τον φώτιζε να με μεταχειρισθεί έτσι, γιατί είχα ανάγκη καθαρισμού από τον πολύ εγωισμό και την σκουριά που είχα μέσα μου. Έτσι ήταν αυστηρότατος στον Άγιο Βασίλειο, μέτρια αυστηρός στην Αγία Άννα και ακόμη λιγότερο στη Νέα Σκήτη. Όταν είχε έρθει ο π. Παντελεήμων από την Αμερική, έχοντας υπ’ όψη του πόσο ήπιος και μαλακός είναι ο Γέροντας, δεν μπορούσε να πιστέψει την παιδαγωγία στην οποία με υπέβαλε. Κι ο ίδιος ο Γέροντας ομολογούσε ότι στον Άγιο Βασίλειο, όντας νέος ήταν πολύ αυστηρός, προϊόντος όμως του χρόνου θεώρησε προτιμότερο και αποτελεσματικότερο να επιβάλλεται όχι με την αυστηρότητα, αλλά με την αγάπη και τη συγκατάβαση.
                  Στήν πρώτη Σαρακοστή που κάναμε πάνω τις πέντε ημέρες της εβδομάδος δεν μας έδινε ούτε φαγητό, ούτε ψωμί. Μία φορά το εικοσιτετράωρο τρώγαμε χυλό, που φτιάχναμε με 25 δράμια αλεύρι. Το Σαββατοκύριακο μας έκαμνε φαγητό με ψωμί. Το βράδυ δέκα ώρες αγρυπνία με προσευχή, με διπλάσιο και τριπλάσιο κανόνα σε κομποσχοίνια και μετάνοιες, και την ημέρα πολύ σκληρή δουλειά, πράγμα που οπωσδήποτε μας ωφελούσε ψυχικά. Ενώ εμείς σήμερα, όντες πολύ αδύναμοι ψυχοσωματικά, δεν μπορούμε κάν να διανοηθούμε τέτοια άσκηση. Τα κελλιά μας δεν είχαν την ανάπαυση των σημερινών κελλιών. Η ζωή μας ήταν ανθρωπίνως δύσκολη, αλλά με το λογισμό της αυταπαρνήσεως εύκολη. Όταν μας καλλούσε η υπακοή να τρέξουμε από το βουνό κάτω και να φορτωθούμε φορτίο, πολλές φορές πάνω από τις δυνάμεις μας, το κάναμε αμέσως, χωρίς καμία αντίρρηση. Μα αυτή ήταν η διδασκαλία του Γέροντος: Ο πρόθυμος άνθρωπος εις τα σωματικά είναι και στα πνευματικά πρόθυμος, όταν εγκεντρισθεί το πράγμα- όταν γίνει σε μία υπόσταση. Τότε ολοκληρώνεται ο αγωνιστής εις πνευματικόν άνθρωπον. Διότι ο κόπος ο σωματικός εν γνώσει και αληθεία βοηθά θαυμάσια τον άνθρωπο, τον μοναχό εις μετάνοια, εις πένθος και εις δάκρυα. Αυτοί οι κόποι της ημέρας και της νύκτας, με τις προσευχές του Γέροντος, μας έφερναν δάκρυα νύχτα-μέρα. Μα στην προσευχή ήταν αυτά, μα στο διακόνημα, μα πάνω στον κόπο, τα μάτια δεν σταματούσαν. Φθάναμε στο σημείο να μη νιπτώμεθα με νερό, αλλά με τα δάκρυα. Γι’ αυτό πολλές φορές, όταν πέφταμε να κοιμηθούμε, ευωδία Θεού μας κύκλωνε. Οι ευχές του Γέροντα ήταν πολύ δυνατές.
                  Μού έλεγε ο Γέροντας ότι στους μεγάλους πειρασμούς γνώρισε χειροπιαστά τη χάρη του Θεού. Γιατί ανάλογα με τον πειρασμό που υπομένει κάποιος για την αγάπη του Θεού ο Θεός αποκρίνεται. Κι όταν ο άνθρωπος εργάζεται διά τον Θεόν με πολύ καλή προαίρεση, δεν είναι δυνατόν ο Θεός να τον αφήσει να πειρασθεί υπεράνω των δυνάμεών του. Αλλά και η ανταπόδοση από τον Θεό θα είναι ανάλογη. Μας το λέει αυτό κι ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος: «Όταν κανείς περνάει μεγάλο πειρασμό και παρακάλεσει τον Θεό να τον απαλλάξει και εισακουσθεί, ο άνθρωπος στερείται ανάλογης χάρης, όσο ήταν το μέγεθος του πειρασμού τον οποίον του αφαίρεσε»*. Αυτό σημαίνει ότι όποιος θέλει να γνωρίσει την χάρη το πολύ, να κάνει υπομονή στους πειρασμούς. Με πίστη κι εμπιστοσύνη στον Θεό να κράτηση το μέτωπο, κι ο Θεός είναι παρών.
                  Κάποτε ο Γέροντας περνούσε κάποιο μεγάλο πειρασμό εξωτερικά, αλλά κοπίαζε πάρα πολύ και ψυχικά. Κατέφυγε λοιπόν στην εκκλησία και έχυσε όλο τον πόνο της καρδιάς του μπροστά στην Παναγία, την οποία λάτρευε κυριολεκτικά. Τότε, χωρίς να το καταλάβει, έκλεισαν τα σωματικά του μάτια κι άνοιξαν τα ψυχικά. Είδε ότι η Παναγία βγήκε, ξεκόλλησε από το τέμπλο κι ολοζώντανη στάθηκε μπροστά του έχοντας στην αγκαλιά της τον Κύριο, βρέφος μικρό. «Μή στενοχωριέσαι, του είπε, εγώ θα σε βοηθήσω». Κι απλώνοντας το βρέφος το χεράκι Του τον θώπευε στο πρόσωπο και η ψυχή του Γέροντα γέμισε με απέραντη αγάπη και έρωτα Θεού. Η στενοχώρια έφυγε και η υπόθεση τακτοποιήθηκε πολύ καλά.
                  Άν πείτε για τη σιωπή, λόγο δεν έβγαζε χωρίς ανάγκη. Ιδιαιτέρως τη Μεγάλη Σαρακοστή, όταν ήταν μόνοι τους με τον γέρο-Αρσένιο, τηρούσαν σιωπή όλη την εβδομάδα. Μιλούσαν μόνο από τον εσπερινό του Σαββάτου έως το απόδειπνο της Κυριακής και μετά πάλι σιωπηλοί όλη την εβδομάδα- με νοήματα συνεννοούντο. Και επειδή πολλή ωφέλεια είχε δεί από την άσκηση της σιωπής, απαγόρευε και σε μας να μιλούμε μεταξύ μας, μόνο για τα απολύτως αναγκαία έπρεπε να χαλούμε τη σιωπή. Όταν μας έστελνε έξω απ’ το ησυχαστήριό μας για κάποια διακονία, δεν μας επέτρεπε να μιλήσουμε με κανένα. Θυμάμαι, όταν επέστρεφα, πάντοτε μου έκαμε ακριβή εξέταση, αν ετήρησα απόλυτη υπακοή και σιωπή. Σε παράβαση δύο-τριών λέξεων ο πρώτος μου κανόνας ήταν διακόσιες μετάνοιες.
                  Όπως σας έχω ξαναπεί, όταν ο Γέροντας ήθελε κάπου να πάει με τον γέρο-Αρσένιο, σε κάποιο μοναστήρι φερ’ ειπείν, ξεχώριζαν, κρατούσαν μία απόσταση καθ’ οδόν και λέγανε την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Δεν πηγαίνανε μαζί, για να μη τους νικήσει ο διάβολος της αργολογίας και από την αργολογία ξεκινήσει η κατάκριση και τόσα άλλα. Γιατί παίρνανε το μέτρο αυτό; Μα για να εμποδίσουν τον πειρασμό. Γιατί ο πειρασμός παίρνει την ευκαιρία και προσπαθεί να ρίξει τον άνθρωπο στην αμαρτία.
                  Καμιά φορά ο γέρο-Αρσένιος, είτε γιατί ήταν παππούλης είτε γιατί ήταν απλός, πήγαινε να πεί κανένα λόγο για κάποιον αδελφό εκτός της συνοδείας ή εντός ή κάποιο νέο που έμαθε. Μόλις άρχιζε, με τις πρώτες λέξεις, ο Γέροντας σήκωνε το χέρι του, του δινε μιά στο κεφάλι κι έλεγε: «Αρσένιε, πρόσεχε- μη κατακρίνεις, δεν επιτρέπεται- θα χάσεις την χάρη του Θεού». «Έλα, τζάνεμ, τι είπα;», απαντούσε. «Αυτό που είπες είναι εις θέσιν να σου στερήσει την ευλογία της προσευχής. Τι άλλο θέλεις;». «Ευλόγησον!». Αλλά εμείς οι νεότεροι ν’ ανοίξουμε το στόμα να μιλήσουμε, αυτό δεν το γνωρίζαμε, ή να μιλήσουμε μεταξύ μας και να αργολογήσουμε, δεν το είδαμε ποτέ.
                  Έμπαινε στο καράβι ο Γέροντας να πάει π.χ. από την Αγία Άννα στη Δάφνη: Το κεφάλι κάτω και «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…» Πήγαινε κάποιος πατέρας: «Τί κάνετε, π. Ιωσήφ, πως πάει η συνοδεία;». «Καλά, καλά, ευλογείτε. Κύριε Ιησού Χριστέ…», τον έκοβε.
                  Επιστατούσε πολύ στο θέμα της αργολογίας. Η κατάκριση ήταν ανύπαρκτη. Όταν επιχειρούσε κανείς να μιλήσει, καταπέλτης ο Γέροντας: «Εδώ μέσα δεν χωρούν νέα και ειδήσεις. Μόνο μπροστά! Σιωπή και ευχή! Τίποτ’ άλλο! Δεν ήρθαμε εδώ να περάσουμε τον καιρό μας. Ο διάβολος καιροφυλακτεί, άγρυπνει τρέχει εδώ κι εκεί σαν λιοντάρι, ποιόν να βρεί σε αμέλεια, σε ραθυμία, σε απρόσεκτη κατάσταση, να τον αρπάξει. Πρέπει να ‘χωμε το νού μας». Αυτά και τόσα άλλα, για μας τους νεωτέρους, τους νέους μοναχούς που ήμεθα κοντά στο Γέροντα, ήταν ο θεμέλιος λίθος, το βαθύ θεμέλιο. Εάν δεν είχαμε αυτές τις νουθεσίες του Γέροντος κι εμείς από πλευράς μας δεν τις εφαρμόζαμε και δεν τις υλοποιούσαμε δεν θα γινόταν τίποτε απολύτως.
                  Μόλις κάποιος νέος αδελφός προσετίθετο στην συνοδεία μας, η πρώτη διδασκαλία που του έκανε ήταν: «Παιδί μου, την ευχή, θέλω να σε ακούω να λές την ευχή!». Κι όταν μεγαλώσαμε και γίναμε Ιερείς και ό,τι άλλο, συνέχεια την ευχή! Του έλεγα χαρακτηριστικά κάποτε: «Γέροντα, από την ευχή πονάει το στόμα μου η γλώσσα μου, έκλεισε ο λάρυγγάς μου, δεν μπορώ να αναπνεύσω- πονάει η καρδιά μου». «Δέν παθαίνεις τίποτα, υπομονή!» μου απάντησε. Και πράγματι η ωφέλεια ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Πολλές φορές ερχόταν τόση χάρις από την προφορική ευχή, που ένιωθε κανείς μέσα του τόση θεία αγάπη, τόση αρπαγή του νού του. Και πάνω στο διακόνημα κατά περίεργο τρόπο ο νούς δεν ήταν απλώς στην προσευχή αλλά στη θεωρία του Θεού, στη θεωρία - εν αισθήσει - του άλλου κόσμου.
                  Όταν τον ρωτούσα γιατί καμιά φορά η προσευχή μου δεν μπορεί να περάσει τη σκεπή του κελλιού μου, ο Γέροντας απαντούσε ότι την εμποδίζουν τα δαιμόνια κατ’ οικονομίαν Θεού για πείρα. Άλλοτε έβλεπες τον νού, να μην τον εμποδίζει απολύτως τίποτε το πνευματικό και σαν σφαίρα με αφάνταστη και ασύλληπτη ταχύτητα να ανεβαίνει και να άπτεται εκείνα τα οποία ξεπερνούν την υλική φύσι.
                  Γέροντα, του έλεγα, δεν νιώθω δυσκολία πάνω στα αμαρτήματά μου, δυσκολία στη σκέψη και στη θεωρία της εξόδου, δυσκολία στο ξεπέρασμα των τελωνίων; Προσπαθώ να βάλω τον νού μου, τον εαυτό μου στ’ αριστερά του Κριτού για τη Δευτέρα Παρουσία και δεν πηγαίνει, αλλά αθέλητα, ανεμπόδιστα και αβίαστα πηγαίνει πρός τα δεξιά». «Καλά, δεν καταλαβαίνεις;» μου λέει. «Δέν καταλαβαίνω απαντώ. «Τή στιγμή που σαν υποτακτικός άφησες το φορτίο σου όλο επάνω στους δικούς μου ώμους, εσύ ελάφρωσες. Για ποιά πράξη θα δώσεις απολογία, τη στιγμή που όλα τα έχεις αναθέσει σ’ εμένα, τα έχεις εναποθέσει μπροστά μου, τα έχω αναλάβει εγώ και σύ είσαι ελεύθερος; Πως να μην πάς πρός τα κεί, ποιό πράγμα θα σ’ εμποδίσει;». Και είχε δίκιο ο Γέροντας, γιατί δεν κάναμε τίποτε χωρίς να τον ρωτήσουμε.
                  Όταν, ενώ ήμασταν ακόμη στην Μικρή Αγία Άννα, είδε ο Γέροντας ότι δεν μπορούμε να παραμείνουμε άλλο λόγω των δυσμενών συνθηκών διαβίωσης, της σκληρής ζωής, των ταλαιπωριών και του ανθυγιεινού κλίματος (γιατί αυτοί ήταν προχωρημένης ηλικίας κι εμείς οι νέοι με σακατεμένη υγεία, αιμοπτύσεις κ.λ,π.), πήρε στην προσευχή του την πληροφορία να φύγουμε για τη Νέα Σκήτη, που ήταν πιό χαμηλά και πιό υγιεινές οι συνθήκες διαβίωσης. Μείναμε για λίγο διάστημα μέσα στη σκήτη, στους Αγίους Αναργύρους. Όμως το καθεστώς και κάποιες διενέξεις δεν μας ανέπαυαν και σαν άνθρωποι ειρηνικοί αποφασίσαμε να φύγουμε. Ο ηγούμενος όμως του Αγίου Παύλου, όπου ανήκει η σκήτη, μας παρεχώρησε δωρεάν κάτι ησυχαστικά καλύβια που ήταν έξω από τη Σκήτη, τα οποία και μας ανέπαυσαν πλήρως, γιατί και σχέσεις διοικητικής φύσεως δεν θα είχαμε με τη σκήτη και το τυπικό της ερήμου θα μπορούσαμε να τηρήσουμε. Και πράγματι μέχρι τελευταία το τηρήσαμε.
                  Μετά την πολυχρόνια πείρα του ο Γέροντας είχε καταλήξει ότι συμφέρει σε κάποιον να βρεί ένα πνευματικό οδηγό και να μπεί σε ένα πρόγραμμα με λίγους κόπους πάνω στα σωματικά και να έχει ένα τυπικό πάνω στο θέμα της προσευχής και της εγκράτειας. Αυτό το πράγμα το βρήκαμε, όταν κατεβήκαμε στη Νέα Σκήτη. Τηρήσαμε ακριβώς το τυπικό μας, την τάξη μας, την προσευχή μας, τις λειτουργίες, κάθε μέρα την εξομολόγηση, την ακρίβεια στις ομιλίες και ζούσαμε πάρα πολύ όμορφα, έως ότου ο Θεός έκρινε, αποφάσισε και πήρε τον Γέροντα στους Ουρανούς.
                  Τή μνήμη της εξόδου ο Γέροντας προσπαθούσε με την διήγηση διαφόρων Ιστορικών γεγονότων να μας την εμφυτεύσει πολύ βαθιά, για να έχουμε αδολεσχία πνευματική και για να λεπτύνει η συνείδησή μας πρός καλύτερη αυτοκριτική, την οποία επιμελέστατα εφρόντιζε κι ο Γέροντας, κυρίως το βράδυ. Μας έλεγε ότι κάθε βράδυ στην αγρυπνία εξέταζε σε τι έσφαλε, ποιό πάθος κινήθηκε την ημέρα, ποιοί λογισμοί πέρασαν απ’ το νού του κι αμέσως, όπου έβλεπε ότι έσφαλε, ζητούσε συγχώρηση κι έπαιρνε απόφαση για ένα καινούργιο ξεκίνημα και ανάλογον για το κάθε πάθος αγώνα την επόμενη μέρα. Σε όλη του τη ζωή δεν έκαμνε τίποτε άλλο, παρά να εξετάζει τη συνείδησή του, να την συμβουλεύεται και να της κάμνει υπακοή. Κι έτσι έφθασε στο σημείο να μην τον κατηγορεί σε τίποτε. Από δώ η παρρησία στην προσευχή, από δώ η σιγουριά για τον Παράδεισο. Το ίδιο συνιστούσε και σε μάς. Όταν κουραζόμαστε από τη νοερά προσευχή, μας συνιστούσε μελέτη, θεωρία πνευματική, αυτοκριτική και πάλι να επανερχόμαστε στη νοερά προσευχή. Και οι διδασκαλίες διανθίζονταν με διάφορα γεγονότα και ανάλογα περιστατικά Πατέρων και γνωστών μοναχών.
                  Όταν επρόκειτο να κοιμηθεί ο Γέροντάς του ο γέρο-Εφραίμ, τον ρώτησε σαν αρχάριος που ήταν αν είχε πληροφορία ότι θα σωθεί. Ο γέρο-Εφραίμ του απάντησε πως νιώθει ότι όλοι θα σωθούν και μόνον αυτός θα πήγαινε στα αριστερά του Χριστού. Και το δικαιολογούσε ύστερα αυτό ο Γέροντας λέγοντας ότι ο Θεός θέλοντας να προφύλαξει τον άνθρωπο στο τέλος της ζωής του από την κενοδοξία και την υπερηφάνεια, που μπορεί να τον οδηγήσουν στην απώλεια, τον κάνει να αισθάνεται πολύ αμαρτωλός.
                  Μία συνοδεία είχε φιλικές σχέσεις με τον Γέροντα και τον Γέροντα Αρσένιο και τους επισκέπτονταν για συμβουλές και πνευματική ωφέλεια. Ο π. Ιωαννίκιος, ο νεώτερος αδελφός της συνοδείας, ένα χαριτωμένο, γεροδεμένο παιδί απέκτησε πιό στενή πνευματική σχέση με τον Γέροντα και τον συμβουλευόταν σε θέματα προσευχής. Οι συμβουλές του Γέροντα είχαν αποτέλεσμα μέσα του και σε λίγο η προσευχή άρχισε να λέγεται άνετα και να του δημιουργεί καρδιακή θέρμη, οπότε ο νέος μοναχός επιδόθηκε ολόψυχα σ’ αυτή την ευλογημένη εργασία. Το Θέλημα όμως του Θεού ήταν ο μοναχός αυτός να φύγει ενωρίς από τη ζωή αρρώστησε από φυματίωση, η οποία τότε ήταν ανίατη και θανατηφόρα. Οι της συνοδείας του τον περιποιόνταν στα σωματικά, αλλά και τον προετοίμαζαν για τον άλλο κόσμο. Το ίδιο έκανε κι ο Γέροντάς μου, ο οποίος, όταν διαπίστωσε ότι ο π. Ιωαννίκιος δεν μπορούσε πλέον λόγω γενικώτερης κατάπτωσης των δυνάμεών του να ανηφορίζει μέχρις αυτόν, προσφέρθηκε να κατεβαίνει ο ίδιος τη νύχτα, την ώρα της ακολουθίας με το κομποσχοίνι, ώστε να τον βλέπει, να τον τονώνη και να τον προετοιμάζει για την έξοδο.
                  Όταν πλέον ο Γέροντας διαπίστωσε ότι πλησιάζει η ημέρα της κοιμήσεως του είπε, όταν θα ανηφορίζει πρός τα πάνω με τον άγγελό του, να περάσει να τον χαιρετήσει. «Νά ’ναι ευλογημένο Γέροντα», ήταν η απάντηση του υποτακτικού. Σε λίγες μέρες κι ενώ ο Γέροντας με τον π. Αρσένιο κάθονταν έξω κι έφτιαχναν σταυρουδάκια, πέρασε ο π. Ιωαννίκιος από κεί, για να τον χαιρετήσει. Ο Γέροντας τον αισθάνθηκε, το είπε στην συνοδεία και σε λίγο ακούστηκε κάτω από τα κελλιά των μοναχών αυτών το καμπανάκι, δηλωτικό του θανάτου του π.Ιωαννικίου. Τόσο μεγάλη ήταν η υπακοή του μοναχού αυτού πρός τον Γέροντα, παρά το ότι τον είχε Γέροντα μόνον «δυνάμει».
                  Λίγες μέρες πρό της δικής του κοιμήσεως πρός νουθεσία μου και βοήθεια πνευματική ο Γέροντας μου είπε: «Παιδί μου νιώθω μέσα μου ολόκληρο Παράδεισο. Χάρι πολύ μεγάλη, ευλογία Θεού. Βλέπεις οι κόποι της νεότητος τι κέρδος έφεραν. Βλέπεις ότι τίποτε δεν πήγε χαμένο; Το κάθε τι το μέτρησε ο Θεός. Και για ένα ποτήρι νερό αξιώνεται μισθού ο Χριστιανός. Πολλώ μάλλον οι κόποι οι μοναχικοί ενώπιον του Θεού τυγχάνουν ανταποδόσεως εδώ μέν με χάρη και ευλογία, στον άλλο κόσμο κατατίθενται στην τράπεζα του Θεού. Και όταν ο μοναχός απέλθη από τούτον τον κόσμο, όλο αυτό το ποσόν θα το «σηκώσει», όταν βρεθεί επάνω στον άλλο κόσμο. Δηλαδή οι καταθέσεις των κόπων τον περιμένουν και ανάλογα του ποσού που θα έχει απ’ εντεύθεν κατατεθεί εκεί θα γίνει και ο άνθρωπος πλούσιος εν τώ Παραδείσω».
                  Τέλος ήλθε και ο καιρός της αναχωρήσεώς του. Τον θάνατο τον ανέμενε σ’ όλη του την ζωή. Γιατί η παραμονή του εδώ ήταν αγώνας και κόπος και πόνος. Λαχταρούσε η ψυχή του ανάπαυση, και το σώμα του επίσης. Και σ’ εμάς, παρ’ ότι απ’ αρχής μας είχε εμφυτεύσει έντονη την μνήμη του θανάτου, μας έκανε πολύ δυνατή εντύπωση η εξοικείωσή του με το φοβερό μυστήριο του θανάτου. Έδειχνε ότι ετοιμάζεται για πανηγύρι. Τόσο η συνείδησίς του τον πληροφορούσε για το έλεος του Θεού. Όμως τις τελευταίες μέρες έκλαψε πάλι πέραν του συνηθισμένου. Του λέει ο γέρο- Αρσένιος, να τον παρηγόρησει: «Γέροντα, τόσους κόπους, τόση προσευχή έκανες σ’ όλη σου τη ζωή, τόσα κλάματα, πάλι κλαίς;». Τον κοίταξε ο Γέροντας και αναστέναξε: «Έ, γέρο-Αρσένιε! Αλήθεια είναι αυτά που είπες, αλλά άνθρωπος είμαι. Μήπως γνωρίζω αν ήσαν αρεστά όσα έπραξα στο Θεό μου; Αυτός Θεός είναι- δεν κρίνει καθώς εμείς οι άνθρωποι. Και μήπως θα ξαναγυρίσουμε πάλι εδώ, για να κλάψουμε; Τώρα ό,τι προλάβει ο καθένας μας. Όσο πενθήσει και κλάψει, τόσο θα παρακληθεί».
                  Σάς έχω πεί και άλλοτε για την αγάπη του πρός την Παναγία μας. Ήταν ανωτέρα κάθε περιγραφής. Μόνο που ανέφερε το όνομά της τα μάτια του έτρεχαν. Την παρακαλούσε λοιπόν από καιρό να τον πάρει, να ξεκουρασθεί. Και τον εισήκουσε. Τον επληροφόρησε ένα μήνα πρίν για την αναχώρησή του. Με κάλεσε τότε ο Γέροντας και μου είπε τι να ετοιμάσουμε.
                  Τήν παραμονή της κοιμήσεώς του -14 Αυγούστου 1959 - πέρασε να τον δεί ο κ. Σχοινάς από τον Βόλο, με τον οποίον ήταν πολύ γνώριμοι. «Τί κάνετε, Γέροντα, του λέγει, πως πάει η υγεία σας;» «Αύριο φεύγω, Σωτήρη. Όταν ακούσεις τις καμπάνες, να θυμηθείς τον λόγο μου». Τήν άλλη μέρα στη λειτουργία της Παναγίας μας ο Γέροντας έψαλε με κόπο το Τρισάγιο και την ώρα που κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια είπε: «εφόδιον ζωής αιωνίου». Όταν ξημέρωσε, ο Γέροντας παρέμενε καθισμένος (λόγω δύσπνοιας) στη μαρτυρική του πολυθρονίτσα στην αυλή του ησυχαστηρίου μας, περιμένοντας την ώρα και την στιγμή. Ήταν σίγουρος για την πληροφορία που του είχε δώσει η Παναγία μας, αλλά βλέποντας την ώρα να περνά και τον ήλιο να ανεβαίνει του ήλθε κάτι σαν στενοχώρια, σαν αγωνία για την καθυστέρηση. Με φωνάζει και μου λέει: «Παιδί μου, γιατί αργεί ο Θεός να με πάρει; Ο ήλιος ανεβαίνει και εγώ είμαι ακόμη εδώ!». Βλέποντας εγώ τον Γέροντά μου να αδημονεί του λέω με θάρρος: «Γέροντα, μη στενοχωρήστε. Τώρα εμείς θα κάνουμε ευχή και θα φύγετε». Τότε σταμάτησαν τα δάκρυά του. Οι πατέρες, ο καθένας το κομποσχοίνι και έντονη την ευχή. Δεν πέρασε ένα τέταρτο και μου λέει: «Κάλεσε τους πατέρες να βάλουν μετάνοια, διότι φεύγω». Βάλαμε την τελευταία μετάνοια. Μετά από λίγο σήκωσε τα μάτια του ψηλά και κοιτούσε επίμονα για δύο περίπου λεπτά. Κατόπιν γυρίζει και λέει: «Όλα τελείωσαν. Φεύγω. Ευλογείτε!». Και με τις τελευταίες λέξεις έγειρε το κεφάλι του δεξιά, ανοιγόκλεισε δύο-τρείς φορές ήρεμα το στόμα και τα μάτια και αυτό ήταν! Θάνατος όντως οσιακός. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το αίσθημα που κυριαρχούσε τότε μέσα μας. Μπροστά μας είχαμε νεκρό και μέσα μας ζούσαμε ανάσταση. Κι από τότε αυτό το αίσθημα συνοδεύει πάντοτε την μνήμη του Γέροντα μέσα μας.
                  Η κάρα του γ. Ιωσήφ στην Ι. Μ. Αγ. Αντωνίου Αριζόνας Τώρα επάνω εκεί που βρίσκεται, βλέπει πιό καθαρά τα πράγματα πως γίνονται. Μας βλέπει πως εργαζόμεθα. Προσεύχεται, πρεσβεύει, παρακαλεί τον Θεό να μας φροντίζει κάπως περισσότερο, γιατί εμείς δεν έχουμε την άσκηση τη δική του. Βλέπει τους κινδύνους που διερχόμεθα, τις ατασθαλίες μας, τα πάθη μας, τα σφάλματά μας, βλέπει τόσα και τόσα και παρακαλεί τον Θεό να γίνει ίλεως. Είθε οι ευχές του να μη πάψουν ποτέ να μας σκεπάζουν όλους μας στη διάρκεια της επίγειας ζωής μας και στον αγώνα μας για την βασιλεία των ουρανών.
                  Πηγή: Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου, "Ο Γέροντάς μου, Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης (1897-1959)". Εκδ.: Ι. Μ. Αγ. Αντωνίου Αριζόνας USA, 2015. agiazoni.gr  
                • Συνέχεια Άρθρου ▼
                  Έχεις άγχος;
                  Πολλές φορές νιώθουμε πράγματα που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε. Που μας απασχολούν και φοβόμαστε να τα συζητήσουμε και να τα εξωτερικεύσουμε.
                  Η Σύναξη Νέων Παλαιοχωρίου έχει φτιάξει ειδικά για σένα την "Πλατφόρμα Συναισθημάτων" όπου γράφεις μονολεκτικά ότι νιώθεις και μπορείς να διαβάσεις τί έχουν να σου πουν οι πατέρες της εκκλησίας, και πώς μπορείς να βρεις λύση στο πρόβλημά σου!

                  Δεν χάνεις τίποτε να δοκιμάσεις εδώ…

                  Δεν υπάρχει δυνατότητα να διαβάσετε παλαιότερες αναρτήσεις - Αλλά δείτε ένα "τυχαίο" άρθρο ΕΔΩ!