«Το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό»
Αχ, τι να σας πω τώρα. Να σας πω και αυτό, καίτοι αυτό είναι ένα απόρρητο της ζωής μου, αλλά για την αγάπη σας, να πούμε, γιατί κι εσείς ανιψάκια μου είσαστε, θα σας το πω.
Το έκζεμα το οποίο έχω, αυτήν τη πληγή που έχω στο ποδάρι, το ‘χω από δεκαπέντε χρονών. Δοκίμασα διάφορα φάρμακα, τίποτε. Τώρα που πέρασε η ηλικία, περισσότερο επιδεινώθηκε το πράγμα. Καθήμενος στο κρεβάτι, το ονομάζω το κρεβάτι του πόνου, εγώ. Διότι να καθίσω όπως καθόσαστε εσείς, δεν μπορώ. Θα καθίσω λίγο, δεν μπορώ, κατεβαίνουν τα αίματα και Πονάει περισσότερο η πληγή, ενώ έτσι, τρόπον τινά, αν βάλεις κι ένα μαξιλάρι έτσι και σηκώνεις λιγάκι το ποδάρι πιο ψηλά, κατεβαίνουν κάτω τα αίματα και ελαφρώνεται ο πόνος. Ε, τη νύχτα προσπαθώ έτσι να ελαφρώσω τον πόνο.
Ο Άγιος Εφραίμ με τον πνευματικό αδελφό του Γέροντα Ιωσήφ και με τα πνευματικά του ανίψια (όπως έλεγε) στη Νέα Σκήτη.
Αλλά καθήμενος εδώ μου δημιουργήθηκε και κύστη κόκκυγος. Όταν το σκέπτεσθε αυτό, είναι το πλέον φρικωδέστερο, να πούμε. Διότι είναι… έχει πολύ πόνο! Πώς να καθίσεις, βρε παιδί μου; Πώς να καθίσεις; Στο κρεβάτι κάθεσαι. Θα καθίσεις λίγο έτσι, θα καθίσεις λιγάκι δεξιά, λιγάκι αριστερά. Υπομονή· γυρίζεις δεξιά. Δεξιά ο γλουτός εκεί σε πονάει, μετά από μισή ώρα σε πονάει, όχι μόνο σε πονάει, σε τσούζει, σε προειδοποιεί ότι θ’ ανοίξει πληγή. Γυρίζεις αριστερά. Πάλι μισή ώρα που κάθεσαι αριστερά, πάλι σε τσούζει, σε πονάει, σε ειδοποιεί ότι θ’ ανοίξει πληγή. Μα εδώ θ’ ανοίξει πληγή, δεξιά θ’ ανοίξει πληγή, αριστερά θ’ ανοίξει πληγή, έτσι ανάσκελα που κάθεσαι πάλι πληγή προμηνύει· ε, τότες εγώ πώς να καθίσω; Δοκίμασα να καθίσω μπρούμυτα, μα μπρούμυτα μπορείς να καθίσεις;
Υπομονή, υπομονή, υπομονή, υπομονή, ωσότου μια φορά δεν άντεξα κι έπεσα σε απόγνωση! Μόνο που το σκέπτεσαι, η απόγνωση είναι φρίκη, είναι γεύση κολάσεως, γεύση γεέννης, να πούμε. Σαν να έχω τώρα τούτα εδώ, πώς να περπατήσω, να πηδήξω να βγω απ’ έξω, πώς να το κάνω να φύγω, πώς να βγω; Με κράτησε έξι έως εφτά λεπτά.
Μέσα στον πόνο, μέσα στην απόγνωση, μέσα στην απελπισία που βρισκόμουνα, στη συνοδεία μου δεν έλεγα τίποτες. Μια λεπτή φωνή άκουσα, σαν αύρα λεπτή, να πούμε, ότι: «Έτσι σε θέλει ο Θεός». Με αυτό έτσι σαν να πήρα μια βαθιά αναπνοή· ε, να ‘ναι ευλογημένο, αφού με θέλει ο Θεός, να ‘ναι ευλογημένο· μα δώσ’ μου και υπομονή, γιατί δεν αντέχω εγώ τώρα.
Τί να κάνω, να βγω έξω να κάνω εγχείρηση; Όλοι σου λένε, εγχείρηση να κάνεις, εγχείρηση να κάνεις. Πώς να βγω όμως; Έδώ θα μπω στο αυτοκίνητο, θα πάω, αλλά και στο αυτοκίνητο δεν σε τραντάζει; Σηκώνομαι απελπισμένος έτσι και πηγαίνω στο καντηλάκι της Παναγίας, και το καντηλάκι της Παναγίας κι αυτό θαυματουργό είναι· πήρα λίγο βαμβάκι κι έρχομαι στο δωμάτιο, αλείβω το μέρος που είναι η κύστη κόκκυγος και δεξιά και αριστερά τους γλουτούς την πρώτη μέρα. Τη δεύτερη μέρα πάλι, την τρίτη μέρα άφαντα γίνηκαν όλα. Θαυματούργησε η Παναγία! Τώρα κάθομαι ώρες ολόκληρες, δεν με πονάει ούτε γλουτός ούτε κύστη κόκκυγος.
Και είναι σαν μια βεβαίωση, να πούμε, αυτά τα βιβλία του Γέροντος Ιωσήφ που λένε -και το πρώτο και το δικό σας και του Φιλοθεΐτη- υπομονή στις θλίψεις. Υπομονή. Σ’ όλο το βιβλίο αναπτύσσεται, το ρητό «υπομονή στις θλίψεις». Και το παίρνει ο Γέροντάς σας και ο άλλος ο Ηγούμενος και το αναπτύσσει σε διάφορες λεπτομέρειες.
Ο Γέροντας Εφραίμ με τον προηγούμενο της Ι.Μ.Φιλοθέου Γ. Εφραίμ και τον Γέροντα Ιωσήφ μπροστά στην πύλη της Ι.Μ.Βατοπαιδίου.
Ναι, αλλά η Σκέπη της Παναγίας πάντα υπάρχει, άλλα δεν τη βλέπουμε. Τότε τη βλέπουμε, όταν πρόκειται να πέσουμε μέσα στο χάος, στην άβυσσο. Όταν πρόκειται να πέσουμε, τότε βλέπουμε τη Σκέπη της Παναγίας που μας απαλλάσσει από το να πέσουμε σε αυτή την καταβόθρα.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά το κυριότερο όταν σταμάτησε, την τρίτη μέρα που έφυγαν Οι πόνοι όλοι, μια χαρά κυκλοφορήσε μέσα μου, σαν μια πληροφορία ότι ο Θεός από την πολλήν Του αγάπη, την άμετρο αγάπη Του, την φανέρωσε στο να μου δώσει την πληγή κάτω στο ποδάρι. Και δεν χόρταινα να ευχαριστώ, να δοξάζω, να υμνολογώ, να ευγνωμονώ τον Θεό που μου ‘δωσε την πληγή. Ως δείγμα της αγάπης Του μου ‘δωσε την πληγή αυτή στο ποδάρι. Δεν χόρταινα, μέρα-νύχτα χαιρόμουνα και δοξολογούσα: «Η αγάπη Σου η μεγάλη σ’ αυτό φανερώθηκε· μα πώς να Σε δοξολογήσω, μα πώς να Σ’ ευχαριστήσω, μα πώς να πω; Η αγάπη Σου έμενα τον ελεεινό, την βρώμα, ο Θεός ο άπειρος, το Αιώνιον, το Ατελεύτητον, εμένα αγάπησες; Μα τί είδες σε μένα; Δοξάζω την Δόξα, δοξάζω το Ελεήμον, το Οικτίρμον», έλεγα, τώρα δεν μπορώ να πω τέτοια ώρα, δεν μπορώ να πω όπως έλεγα τότε. Τρεις μέρες, μετά από τρεις μέρες σταμάτησε.
Γι αυτό καλά είναι οι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στο Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26, 16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αιώνιον». Έτσι είναι.
Γι αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό! «Το ποτήριον, ου μη πίω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιώ το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιω το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18, 11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γάρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.
Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων, οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχής άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε εις την μεγάλη δοκιμασία που του παραχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένειά του. Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του το ‘ξυνε κι έβγαζε, πύον. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5, 11).
Πηγή: Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, Σ.227. diakonima.gr