«εὑρίσκει Φίλιππος τόν Ναθαναήλ καί λέγει αὐτῶ, ὅν ἔγραψεν Μωσῆς ἐν τῷ νόμω καί οἱ προφῆται εὑρήκαμεν Ἰησοῦν τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέt». (Ἰωάν. 1, 45).
Σήμερα, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, καί τό γραπτό μας κήρυγμα θά ἔχει ὡς κεντρικό θέμα τήν ἱεραποστολή. Δηλαδή τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί ἐκεῖ, ὅπου λαοί καί ἔθνη ζοῦν ἀκόμη μέσα στό σκοτάδι τῆς ἀπιστίας στόν ἀληθινό Θεό. Τήν ἀφορμή δέ γιά νά ἀναπτύξουμε ἐν συντομία βέβαια τό θέμα τῆς ἱεραποστολῆς μᾶς ἔδωσε τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ὅπου εἴδαμε μέ τί πόθο ψυχῆς καί μέ πόση ἀνείπωτη χαρά ἔτρεξε ὁ Φίλιππος νά ἀναγγείλει στό φίλο του τόν Ναθαναήλ τά καλά, τά πιό εὐχάριστα νέα, ὅτι ἦλθε ὁ Μεσσίας, ὁ Λυτρωτής τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἐξάλλου σήμερα πού γιορτάζει ἡ Ὀρθοδοξία μας δέν μπορεῖ, ἀφοῦ μάλιστα τό κεντρικό θέμα τῶν ἐφετινῶν κηρυγμάτων μας εἶναι ἡ Ἐκκλησία, νά μή θίξουμε στήν ἀγάπη σας τό θέμα αὐτό.
Πῶς ὅμως νά λησμονήσουμε, ὅτι στοιχεῖα οὐσιαστικά τῆς Ἐκκλησιολογίας μας εἶναι ἡ οἰκουμενικότητα καί ἡ ἀποστολικότητα τῆς Ἐκκλησίας μας. Μποροῦμε νά λησμονήσουμε τί ἐπαναλαμβάνουμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία στήν ὁμολογία τοῦ Πιστεύω μας; Πιστεύω, λέμε, «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Αὐτή ἡ συνολική θέα τῆς Μίας Ἐκκλησίας πρέπει νά εἶναι ἀδιάκοπα μπροστά μας. Ὅταν ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι λέμε «ἡ Ἐκκλησία μας», πρέπει νά ἀναλογιζόμαστε τήν «ἀπό περάτων ἕως περάτων τῆς οἰκουμένης» Ἐκκλησία. Πιό συγκεκριμένα δέν ὑπάρχουν διαφορετικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλά μόνο Μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία πού ὑπάρχει στήν Κωνσταντινούπολη, στήν Ἀλεξάνδρεια, στήν Ἑλλάδα, στή Ρουμανία, στή Ρωσία, στήν Οὐγκάντα, στήν Ἰαπωνία., κ.ο.κ., σύμφωνα μέ τή χαρακτηριστική ἔκφραση τοῦ Ἀποστόλου: «τῆ Ἐκκλησία τῆ οὔση ἐν Κορίνθω» (Α' Κορινθίους 1:2 καί Β΄ Κορινθίους 1:1). Ἡ Ὀρθοδο- ξία ἑπομένως δέν εἶναι μία συνομοσπονδία Ἐκκλησιῶν, ἀλλά ἡ «Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἀποστολική, ὄχι ἁπλῶς καί μόνο μέ τήν ἔννοια τῆς Ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ἀλλ' ἀκόμη καί διότι διατηρεῖ ἄσβεστο τό Ἀποστολικό πνεῦμα καί τήν Ἀποστολική φλόγα καί λαχτάρα νά κηρύξει τό εὐαγγέλιο «πάση τῆ κτίσει» (Μάρκ. 16:15), ὅπως διέταξε ὁ θεῖος Ἱδρυτής της.Τό θέμα λοιπόν τῆς παγκόσμιας Ἱεραποστολῆς γιά τόν Ὀρθόδοξο χριστιανό δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά, ὅπως εἴδαμε, ἄμεση συνέπεια κεντρικοῦ ἄρθρου τοῦ "πιστεύω" του.
Εἶναι ἀδύνατον ἐπίσης νά νοηθεῖ Ὀρθοδοξία πού δέν θά ἔχει ὡς κέντρο της τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Προσέξετε στό σημεῖο αὐτό. Πρίν τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἡ ἐντολή Του ἦταν: «Εἰς ὁδόν ἐθνῶν μή ἀπέλθητε καί εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μή εἰσέλθητε» (Ματθ. 10:5) Μετά ὅμως ἀπό τήν Ἀνάστασή Του, δέν τούς ἐπιτρέπεται πιά, ὅπως πρίν, νά περιορίσουν τό κήρυγμά τους μέσα στά σύνορα αὐτά: «Πορευθέντες οὖν, μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» εἶναι ἡ καινούργια ἐντολή Του.
Διερωτᾶται, λοιπόν, κανείς, πῶς εἶναι δυνατόν νά ψάλλουμε τόσο ἔντονα τήν Ἀνάσταση, καί νά παραμένουμε νωθροί στήν κλήση τῆς οἰκουμενικῆς Ἱεραποστολῆς; Ἀπ' ὅσα ἀναφέραμε προηγουμένως, ἀγαπητοί, συμπεραίνουμε ὅτι γιά νά εἴμαστε συνεπεῖς στό Πιστεύω πού ὁμολογοῦμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία καί πιό συγκεκριμένα στό «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν» πρέπει ὁ πόθος ὁ ἱεραποστολικός νά βασιλεύει στήν καρδιά μας ὅπως στήν ἁγία καρδιά τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου, πού ἔτρεξε περιχαρής νά συναντήσει τόν φίλο του Ναθαναήλ γιά νά τοῦ ἀναγγείλει τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.
Πρέπει νά αἰσθανόμαστε πραγματικά κάποια λύπη, ὅταν σκεφθοῦμε ὅτι καί στήν ἐποχή μας ζοῦν στόν πλανήτη μας συνάνθρωποί μας, πού δέν ἔχουν ἀκούσει ἀκόμη γιά τόν Σωτήρα Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του. Πού ζοῦν οἱ δυστυχεῖς μέσα στήν θρησκευτική ἄγνοια, σέ πυκνό σκοτάδι, καί ἀνάμεσα σέ φρικτές δεισιδαιμονίες καί ἀπάνθρωπα ἤθη. Πού ὑπάρχουν ἀκόμη εἰδωλολάτρες - μάλιστα!- στόν εἰκοστό πρῶτο αἰώνα μετά Χριστόν, ἄνθρωποι πού λατρεύουν τά εἴδωλα καί φανταστικούς θεούς καί ἀνύπαρκτους. Ἔργο ἑπομένως τῆς Ἐκκλησίας μας καί καθῆκον διαρκές εἶναι τό ἔργο καί τό καθῆκον τῆς ἱεραποστολῆς. Οὐδέποτε νά ἀναπαύεται στήν αὐτάρκειά της, ἀλλά νά ἐνδιαφέρεται γιά τόν φωτισμό καί τῶν ἄλλων πού ἀγνοοῦν ἀκόμη τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του. Ἀπό τή ζωή καί τή δράση τῶν ἁγίων Πατέρων μας φωτεινό παράδειγμα ἔχουμε τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος ἀκόμη καί μέσα στή φωτιά τῶν δοκιμασιῶν του τόν καιρό τῆς ἐξορίας του, ἀμείωτο κράτησε στήν ἁγία ψυχή του τό ἐνδιαφέρον του γιά τήν ἱεραποστολή.
Τέλη τοῦ 4ου αἰώνα, ὁ ἱερός Χρυσόστομος «μαθών τήν Φοινίκη ἔτι περί τάς τῶν δαιμόνων τελετάς μεμηνέναι, ἀσκητάς ζήλω θείω πυρπολουμένους συνέλεξε, νόμοις δέ αὐτούς ὁπλίσας βασιλικοῖς, κατά τῶν εἰδωλικῶν ἐξέπεμψε τεμενῶν». Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ἐπανειλημμένως ἐπιτέθηκαν κατά τῶν Ἱεραποστόλων καί κατέστρεψαν τούς ναούς καί τά οἰκήματά τους.
Μέ λεπτότητα μάλιστα ὁ ἅγιος Πατήρ ἀλλά καί ἐπιμονή παρακαλεῖ τούς πλούσιους φίλους του νά βοηθήσουν τούς ἱεραποστόλους. Τό μεγαλύτερο μέρος ἀπό τά ἐφόδια πού τοῦ στέλνουν τά διαβιβάζει σ' αὐτούς.
Ἄς σκεφθοῦμε καί αὐτό τό θέμα, ἀγαπητοί ἀδελφοί,κατά τή σημερινή ἐπίσημη ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Ἄς παρακαλοῦμε τό Θεό νά ἐνισχύει κάθε ἱεραποστολική προσπάθεια, στήν Ἀφρική, τήν Ἀσία, ὁπουδήποτε. Ὅποια χρηματική βοήθεια μποροῦμε ἄς τήν δίνουμε ἐκεῖ ὅπου ἀγωνίζονται ἀγώνα ὑπεράνθρωπο οἱ ἱεραπόστολοι. Μόνο ἔτσι διατηροῦμε ζωντανή τήν Ἐκκλησία μαςκαι ἰδίως τούς ἁγίους καί μοναδικούς της τίτλους, καθολική καί ἀποστολική. Ἀμήν!
+Ο Ελευθερουπόλεως Χρυσόστομος