Σκέψεις για τις απογευματινές/βραδινές Θ. Λειτουργίες

Η τέλεση απογευματινών ή βραδινών Λειτουργιών[1] (δηλ. Θ. Λειτουργίες που ολοκληρώνονται λίγο ή πολύ πριν τα μεσάνυχτα· σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και στις 7.00 το απόγευμα) είναι μια πρακτική που κέρδισε έδαφος τα προηγούμενα χρόνια στην ορθόδοξη Ελλαδική Εκκλησία (στις υπόλοιπες ορθόδοξες κατά τόπους Εκκλησίες δεν τελούνται τέτοιες Λειτουργίες). Αν και φαινόταν ότι θα επικρατούσε γενικώς αυτή η συνήθεια, τελικά δεν εξαπλώθηκε ολοκληρωτικά παρά το ότι τελούνται σε πολλές ενορίες, κυρίως των μεγάλων πόλεων. Η Ι. Σύνοδος το 2004, επί Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, σε Εγκύκλιο Σημείωμα[2] που απέστειλε στις Ι.Μητροπόλεις αποδοκίμασε την πρακτική αυτή· δεν φαίνεται όμως να εισακούστηκε η θέση της.

Οι υποστηρικτές των απογευματινών Λειτουργιών έχουν δύο βασικά επιχειρήματα: α) ότι διευκολύνονται αρκετοί πιστοί (εργαζόμενοι, μαθητές κ.ά.) να συμμετέχουν στη Θ. Λειτουργία και έτσι προσέρχονται άνθρωποι στην Εκκλησία και β) ότι η Θ. Λειτουργία δεν έχει χρονικό περιορισμό ως προς την ώρα τέλεσής της διότι είναι υπέρχρονη, ως φανέρωση της άχρονης Βασιλείας του Θεού επί της γης. Αυτό αποδεικνύεται, εξάλλου, σύμφωνα με την παραπάνω άποψη, από το ότι και οι πρώτοι Χριστιανοί έκαναν κοινά δείπνα και κατόπιν κοινωνούσαν. Στο ερώτημα που τίθεται ‘‘σε ποια μέρα λογίζεται η τέλεσή της, στην ημέρα που τελείται ή στην επόμενη, με δεδομένο ότι επιτρέπεται η τέλεση μόνο μιας Θ. Λειτουργίας την ίδια μέρα, από τον ίδιο ιερέα, στην ίδια αγ. Τράπεζα’’ η απάντησή τους είναι: ‘‘στην επόμενη· διότι η λειτουργική ημέρα αλλάζει με την τέλεση του Εσπερινού’’. Συνεπάγεται, λοιπόν, ότι αν ένας ιερέας έχει λειτουργήσει το πρωί, μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει και το απόγευμα, μετά τον Εσπερινό βέβαια.

Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, ασχέτως με το ποια είναι η τοποθέτηση του καθενός μας απέναντι στο φαινόμενο αυτό· και τούτο διότι δεν μπορεί να μην παραδεχτεί κανείς ότι πίσω από τέτοιου είδους πρωτοβουλίες κρύβεται, πιθανότατα, η ποιμαντική αγωνία των εφημερίων για τους πιστούς, τους οποίους οφείλουν να καθοδηγούν πνευματικά. Ωστόσο, τα παραπάνω ευλογοφανή επιχειρήματα, όπως εξάλλου μαρτυρείται από την λειτουργική παράδοση και πράξη, δεν μπορούν να ευσταθούν για τους εξής λόγους:

Προσέλευση πιστών

Α) το επιχείρημα της ευάριθμης προσέλευσης πιστών αποδεικνύεται τελικά ανεπαρκές στην πράξη καθώς η προσέλευση δεν είναι μεγαλύτερη από εκείνη των πρωινών Λειτουργιών. ‘‘Μα’’ θα αντιτείνει κανείς ‘‘όσοι έρχονται το απόγευμα δεν μπορούν να έρθουν το πρωί και η απογευματινή Θ. Λειτουργία δεν γίνεται για να έρθουν περισσότεροι πιστοί, αλλά για να έρθουν όσοι δεν μπορούν το πρωί’’.

Το ζήτημα όμως δεν είναι αποκλειστικά τι διευκολύνει κάποιους από τους πιστούς (μήπως ισχύει στα εκκλησιαστικά κάτι ανάλογο με το ‘‘ο πελάτης έχει πάντα δίκιο;’’ Μη γένοιτο!), αλλά τι μήνυμα περνάμε στους πιστούς κατά την εφαρμογή της ποιμαντικής μας. ‘‘Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει’’ γράφει ο Απ. Παύλος (Α’ Κορ. Ιβ΄, 6). Η ‘‘εξυπηρέτηση’’ των πιστών όταν αντιβαίνει στο πνεύμα της παράδοσης της Εκκλησίας τείνει προς την εκκοσμίκευση. Εξάλλου, συνήθως αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο δεν έρχονται οι άνθρωποι στην Εκκλησία. Κάποτε, όμως, πρέπει να αναρωτηθούμε επίσης και για ποιο λόγο έρχονται στην Εκκλησία όσοι έρχονται. Κριτήριό μας δεν μπορεί κάθε φορά να είναι η διευκόλυνση των πιστών αλλά η κατά Θεόν παίδευση και προκοπή τους. Και έτσι ερχόμαστε στον δεύτερο λόγο.

Ευχαριστιακή νηστεία

Β) Για να διευκολύνουμε το ποίμνιο σε αυτήν την περίπτωση καταργούμε μια σπουδαία και βασική παράδοση που βαστάει από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια: την ευχαριστιακή νηστεία. Όντως τα πρώτα χρόνια οι Χριστιανοί συνάζονταν τα βράδια και μετελάμβαναν τροφής και του Σώματος και Αίματος του Χριστού. Πολύ σύντομα όμως, για λόγους ευλάβειας προς το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας αλλά και καλύτερης προετοιμασίας, επικράτησε το έθος της νηστείας πριν τη θεία κοινωνία. Έτσι οι λατρευτικές συνάξεις μεταφέρθηκαν τις πρωινές ώρες και από το προηγούμενο βράδυ μέχρι την ώρα της Θ. Κοινωνίας δεν έτρωγαν τίποτε. Αυτή η αποχή τροφής με σκοπό την Θ. Μετάληψη ονομάζεται ευχαριστιακή νηστεία και έχει καθιερωθεί εδώ και σχεδόν 1900 χρόνια στην χριστιανική-ορθόδοξη παράδοση[3]. Με τις απογευματινές Λειτουργίες όμως καταργείται στην πράξη, διότι είναι δύσκολο να απαιτήσει κανείς από τους ανθρώπους να μείνουν νηστικοί όλη τη μέρα μέχρι το βράδυ που θα κοινωνήσουν· αλλά και να μπορούσε να γίνει αυτό θα μετατρέπονταν οι αρτύσιμες ημέρες σε νηστίσιμες χάνοντας το λειτουργικό και ασκητικό τους νόημα. Το θεολογικό υπόβαθρο της παράδοσης αυτής εντοπίζεται στα λόγια του ίδιου του Κυρίου μας που είπε: «μὴ δύνασθε τοὺς υἱοὺς τοῦ νυμφῶνος, ἐν ᾧ ὁ νυμφίος μετ᾿ αὐτῶν ἐστι, ποιῆσαι νη­στεύειν; ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι, καὶ ὅταν ἀπαρθῇ ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ νυμφίος, τότε νηστεύσουσιν ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις» (Λουκ. ε΄, 34-35). Όταν κανείς προσμένει τον νυμφίο και την κοινωνία μαζί Του, γρηγορεί και νηστεύει προετοιμαζόμενος για την συνάντηση. Όταν ο νυμφίος «εμπεριπατήσει» και σκηνώσει μέσα του, παύει η νηστεία και μετατρέπεται σε χαρά και πανήγυρη.


Η άποψη, εξάλλου, που λέει ότι μπορεί κανείς να μην έχει φάει οκτώ ή έξι ώρες πριν τη Θ. Κοινωνία δεν έχει πουθενά έρεισμα στην παράδοση, αλλά είναι νεοφανής. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο θα έπρεπε να μετατίθεται η έναρξη της ευχαριστιακής νηστείας ανάλογα με την ώρα που θα τελούνταν κάθε φορά η Θ. Λειτουργία[4]. Αυτό όμως τείνει προς στον σχολαστικισμό. Η ευχαριστιακή, λοιπόν, νηστεία δεν μπορεί να παραβλέπεται ελαφρά τη καρδία, μαζικά, για λόγους οικονομίας. Δόξα τω Θεώ, γίνονται παντού πλέον πολλές Θ. Λειτουργίες σε πολλούς ναούς ώστε όποιος θέλει να μεταλάβει μπορεί να βρει ευκαιρία να το κάνει χωρίς να χρειάζεται να καταπατείται η ασκητική παράδοση της Εκκλησίας, ‘‘για να μαζεύεται ο κόσμος στην ενορία μας’’.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο βασικός λόγος για τον οποίο οι εσπερινές Θ. Λειτουργίες της παραμονής των Χριστουγέννων, της παραμονής των Φώτων, της Μ. Πέμπτης και του Μ. Σαββάτου μεταφέρθηκαν το πρωί, ήταν, καθώς φαίνεται, ακριβώς αυτός: η δυσκολία της ευχαριστιακής νηστείας που δεν μπορούσε να παρατείνεται μέχρι το απόγευμα. Δηλαδή η οικονομία που εισήχθη στην πράξη της Εκκλησίας δεν ήταν η περιστολή της νηστείας, αλλά η μεταφορά του Εσπερινού τις πρωινές ώρες, χωρίς να καταργείται, έτσι η ευχαριστιακή νηστεία.

Λειτουργική ημέρα

Γ) Η παραπάνω διαπίστωση μας εισάγει στον τρίτο λόγο για τον οποίο δεν ευσταθεί η πρακτική των απογευματινών Θ. Λειτουργιών. Αλλάζει, πράγματι, η λειτουργική ημέρα με την τέλεση του Εσπερινού; Και τι εννοούμε με τον όρο λειτουργική ημέρα; Είναι δεδομένο ότι η λειτουργική ημέρα δεν ταυτίζεται ούτε και ταυτιζόταν –κατά την εποχή διαμόρφωσης του τυπικού και κατά την λειτουργική παράδοση– με την ημερολογιακή ημέρα. Η έννοια της λειτουργικής ημέρας, η οποία ξεκινάει με τον Εσπερινό και τελειώνει με την Ενάτη Ώρα της επόμενης ημερολογιακής ημέρας, είναι υμνολογική και λατρευτική και δεν σχετίζεται με την αλλαγή της ημέρας όπως την εννοούμε σήμερα. Ο Εσπερινός, δηλαδή, δεν έχει ούτε είχε την θέση που δίνουμε σήμερα στην 12η ώρα του μεσονυκτίου. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Αν ήταν έτσι, τότε μετά τον Εσπερινό της Τετάρτης ή της Παρασκευής θα έπρεπε να σταματάει η νηστεία· και κατά τον ίδιο τρόπο θα έπρεπε να ξεκινάει η νηστεία μετά τον Εσπερινό της Τρίτης ή της Πέμπτης. Επίσης θα έπρεπε να νηστεύουμε αυστηρά από το απόγευμα της προπαραμονής των Φώτων π.χ. και να μην περιμένουμε να έρθει η ημερολογιακή ημέρα της παραμονής· ή μετά την Εσπερινή Λειτουργία του Μ. Σαββάτου θα μπορούσαμε να καταλύουμε τη νηστεία μας κ.ο.κ.

Επιπλέον, αν η ημέρα άλλαζε με τον Εσπερινό ως προς την τέλεση της Θ. Λειτουργίας –και αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό– τότε πώς εξηγείται ότι την παραμονή των Χριστουγέννων, την παραμονή των Φώτων, την Μ. Πέμπτη, το Μ. Σάββατο αλλά και τις Παρασκευές της Μ. Σαρακοστής (οπότε κοινωνούμε κατά την Θ. Λειτουργία των προηγιασμένων Δώρων) γίνεται η Θ. Λειτουργία μετά τον Εσπερινό, ενώ μπορούμε πάλι να λειτουργήσουμε και να κοινωνήσουμε το πρωί της επόμενης μέρας, δηλαδή τα Χριστούγεννα, τα Φώτα, το Πάσχα, τα Σάββατα της Σαρακοστής; Πώς γίνεται να λειτουργούμε το απόγευμα μετά τον Εσπερινό αλλά και το πρωί της ίδιας λειτουργικής ημέρας[5];


Η φαινομενική αυτή ανακολουθία και αντίφαση της λειτουργικής μας παράδοσης λύνεται όταν δεχτούμε ότι η ημέρα, όσον αφορά την τέλεση της Θ. Λειτουργίας, δεν αλλάζει με τον Εσπερινό, αλλά με τη μεσολάβηση της νύχτας και της κατάκλισης (συμβατικά την τοποθετούμε στις 12 τα μεσάνυχτα ακριβώς επειδή θεωρείται το μέσον, η κορύφωση της νύχτας και ξεκινάει κατόπιν το ξημέρωμα). Οι αγρυπνίες που γίνονται στις ενορίες και απολύουν μετά τις 12 τα μεσάνυχτα είναι, λοιπόν, πιο συνεπείς με την παράδοσή μας παρά το γεγονός ότι κι αυτές αποτελούν πράξη οικονομίας και απομίμηση των μεγάλων αγρυπνιών των μονών[6]. Η ακρίβεια απαιτεί παρέλευση της νύχτας για να γίνει η Θ. Λειτουργία –όπως γίνεται στο Άγιο Όρος μέχρι σήμερα. Στην ενοριακή πράξη η τέλεση της Θ. Λειτουργίας αμέσως μετά τις 12 αποτελεί ούτως ή άλλως οικονομία προκειμένου να μην παρατείνεται η παραμονή των πιστών στον Ναό καθ’ όλη τη νύχτα. Η τέλεσή της πριν τις 12 είναι η οικονομία της οικονομίας. Έτσι όμως ξεχειλώνει η ακριβής τάξη και διαλύεται.

Ώρα τέλεσης ακολουθίας

Δ) Ποια είναι, εξάλλου, η ώρα του εσπερινού μετά την οποία μπορεί να γίνει μία απογευματινή Θ. Λειτουργία; Θεωρητικά ο Εσπερινός τελείται κατά τη δύση του ήλιου ή αμέσως μετά την Ενάτη Ώρα (μετά τις 3.00 το απόγευμα). Στην πράξη κάθε ενορία θεσπίζει κατά το δοκούν την ώρα τέλεσης του Εσπερινού ανάλογα με τις ανάγκες της. Είναι, λοιπόν, ενδεδειγμένες όλες οι ώρες για την τέλεση της Θ. Λειτουργίας εφόσον προηγήθηκε ο Εσπερινός; Όχι βέβαια· κάθε κληρικός μπορεί έτσι να επικαλείται λόγους οικονομίας και να ξεκινάει απογευματινές λειτουργίες όποτε κρίνει εκείνος. Και για να φανεί το άστοχο του πράγματος, μνημονεύω ένα γεγονός: σε μια ενορία τελέστηκε πανηγυρική αρχιερατική Θ. Λειτουργία με χειροτονία που τελείωσε στις 11.30 το πρωί και το απόγευμα στις 5.00 ο εφημέριος του ναού που συμμετείχε στην πρωινή λειτουργία, ξεκίνησε τον Όρθρο για την απογευματινή Θ. Λειτουργία. Σύμφωνα με τους υποστηρικτές των απογευματινών Θ. Λειτουργιών δεν υπάρχει σε αυτό λειτουργικό πρόβλημα.

Πρέπει επίσης να ειπωθεί ότι κατά την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας η ώρα τέλεσης της Θ. Λειτουργίας τοποθετείται ανάμεσα στην Γ΄ και στην ΣΤ΄ ώρα της ημέρας, δηλαδή ανάμεσα στις 9.00 και 12.00 το πρωί. Και αυτό όχι τυχαία, αλλά επειδή σχετίζεται θεολογικά με την ώρα καθόδου του Αγ. Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Πάντως το λειτουργικό έθος δεν επιτρέπει τέλεση Θ. Λειτουργίας μετά τη μεσημβρία και προ του μεσονυκτίου.

Βραδινή Θ. Λειτουργία και Μεγάλες Ώρες

Τέλος, ένα άλλο καινοφανές φαινόμενο σχετικό με τα παραπάνω είναι και η τέλεση βραδινής Θ. Λειτουργίας με την ακολουθία των Μεγάλων Ωρών των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων· όχι την παραμονή των εορτών αυτών, αλλά την προπαραμονή. Δηλαδή τελούνται οι Μεγάλες Ώρες, ο Εσπερινός των εορτών και η Θ. Λειτουργία, μία μέρα πριν την ώρα τους. Και αν για λόγους οικονομίας οι ακολουθίες αυτές έχουν μεταφερθεί από το απόγευμα της παραμονής, στο πρωί της παραμονής, είναι εντελώς παράτυπο να μεταφέρονται στο απόγευμα της προπαραμονής. Δεν είναι θεμιτό ο Εσπερινός των Χριστουγέννων ή των Θεοφανείων να τελείται δύο μέρες πριν την εορτή· πόσο μάλλον και η εσπερινή Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου που τελείται κατ’ εξαίρεσιν την παραμονή εξαιτίας της αυστηρής νηστείας της ημέρας αυτής.

Συμπερασματικά, η τέλεση της Θ. Λειτουργίας τουλάχιστον πριν από τα μεσάνυχτα για την εορτή της ημέρας που ακολουθεί δεν ευσταθεί ούτε κανονικά, ούτε θεολογικά, ούτε λειτουργικά. Η κατάργηση της πρακτικής αυτής θεωρείται από την πλευρά του γράφοντος επιβεβλημένη διότι ανοίγει ο ασκός του Αιόλου για καινοτομίες αμφιβόλου αποτελέσματος. Αν είναι θεμιτή η κατά το δοκούν κατάργηση λειτουργικών και άλλων παραδόσεων της Εκκλησίας στο βωμό της οικονομίας, της διευκόλυνσης των πιστών και της αυθαίρετης ανανέωσης, τότε που θα είναι το τέρμα αυτής της διαδρομής; Δεν είναι δύσκολο να μη μείνει τίποτε όρθιο.

Παραπομπές:
[1] Εμπεριστατωμένη θεώρηση για το θέμα αυτό μπορεί κανείς να βρει στο Φουντούλης Ι., Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς ἀπορίας, τ. Ε’, Αθήνα 2003, σ. 256-265.
[2] Εγκύκλιο Σημείωμα υπ’ αριθμ. 2786/31 Μαρτίου 2004.
[3] Αυτή η νηστεία έλαβε αργότερα και κανονικό κύρος με τους κανόνες μα΄ και μζ΄ της Καρθαγένης, κθ’ της Πενθέκτης κ.ά. Για την θεολογική προσέγγιση του θέματος βλ. Σμέμαν Α., Μεγάλη Σαρακοστή. Πορεία προς το Πάσχα, Αθήνα 1981, σ. 57-61 και τις πολύ ωραίες προσεγγίσεις του Ι. Φουντούλη στις Λειτουργικές απορίες, τ. Α΄, ερ. 60, σ. 110-112, τ. Β’ ερ. 157, σ. 105-108 και ερ. 176, σ. 153-155.
[4] Δεν μπορεί να ισχύει, παρεμπιπτόντως, ανάλογο ωράριο και για τις προηγιασμένες Θ. Λειτουργίες, για τις οποίες η παράδοσή μας προβλέπει ξεκάθαρα πλήρη αποχή τροφής από το δείπνο της προηγούμενης ημέρας ή προ του μεσονυκτίου. Για το θέμα βλ. Πρωτ. Γκοτσόπουλος Α., «Η ευχαριστιακή νηστεία και η Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων (ιστορικοκανονική προσέγγιση)», Εφημέριος, τ. 66/ Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2017, σ. 4-8. Το ότι ένας πνευματικός έχει την ευχέρεια να οικονομεί κάποιο πνευματικό του τέκνο ως προς τη νηστεία, δεν σημαίνει ότι μπορούμε να καταργήσουμε συλλήβδην την ακρίβεια της λειτουργικής και ασκητικής πράξης.
[5] Σημειωτέον ότι αυτές οι κατ’ εξαίρεση εσπερινές Θ. Λειτουργίες τελούνται σε ημέρες αυστηρής νηστείας, ακριβώς επειδή υποδηλώνεται η ύπαρξη της αφαγίας ως ευχαριστιακής νηστείας. Επειδή η Θ. Λειτουργία δεν συμβαδίζει, κατά την παράδοση πάλι, με την ύπαρξη παντελούς νηστείας, κρίθηκε από τους πατέρες μας απαραίτητο στις παραμονές των μεγάλων εορτών και τη Μ. Πέμπτη να μην καταλύεται η πλήρης νηστεία από το πρωί αλλά, αντ’ αυτού, να μετατίθεται η Θ. Λειτουργία το απόγευμα, να γίνεται η Θ. Μετάληψη και μετά να καταλύεται (νηστίσιμη) τροφή –είναι άλλο θέμα, όπως ήδη σημειώσαμε, το ότι για λόγους οικονομίας οι λειτουργίες αυτές μεταφέρθηκαν το πρωί· η εσπερινή λειτουργικά φυσιογνωμία τους δεν έχει αλλοιωθεί. Την επόμενη ημερολογιακή ημέρα εορτάζεται πανηγυρικά η κύρια μέρα της εορτής με Θ. Λειτουργία και με πλήρη κατάλυση της νηστείας.
[6] Το ότι και αυτή η πρακτική δεν αποτελεί λειτουργική ακρίβεια αλλά οικονομία επιβεβαιώνεται, νομίζω, από την μη ύπαρξη αυθεντικής και ομοιόμορφης παράδοσης αναφορικά με την ευχαριστιακή νηστεία κατά τις ενοριακές αυτές αγρυπνίες.

Πηγή: pemptousia.gr

-->