Η πίστη των Φαρασιωτών και οι γιατροί...

Τους αρρώστους τους πήγαιναν στο σπίτι του συνήθως, το οποίο ήταν ετοιμόρροπο.

Δίπλα είχε και ένα άλλο μικρό ατομικό του κελλί, το οποίο δεν είχε σανιδένιο πάτωμα, αλλά χώμα.

Σε μία άκρη του κελλιού είχε δυο διπλωμένα σκεπάσματα, τα οποία ξεδίπλωνε, όταν ήθελε να αναπαυθή λιγάκι, και άπλωνε το ένα στο χώμα και το άλλο επάνω του. (Το πώς κοιμόταν και πόσο κοιμόταν για την αγάπη του Χριστού, ο Θεός το γνωρίζει, ο Οποίος και θα τον ανταμείψη).

Στο ανατολικό μέρος του κελλιού του είχε ένα ράφι κι επάνω εικονοστάσι με αρκετές εικόνες, όπου έκαιγε ακοίμητο κανδήλι.

Κάτω δε από το εικονοστάσι είχε ένα δέρμα που γονάτιζε, όταν προσευχόταν, ή καθόταν γονατιστός, όταν μελετούσε.

Είχε άλλο ένα ράφι επίσης με βιβλία, Καινή και Παλαιά Διαθήκη, Βίους Αγίων και διάφορα Πατερικά, καθώς και τα θαύματα της Παναγίας, την οποία είχε σε πολλή ευλάβεια.

Παρόλο που το κελλί του βρισκόταν μέσα στον κόσμο, κατόρθωνε να ζη και εκτός τους κόσμου.

Σ’ αυτό, καθώς και για τα θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες που έμενε έγκλειστος στο κελλί του προσευχόμενος, οι οποίες καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών και τρέφουν στην συνέχεια κι εμάς οι θείοι καρποί του Πατρός.

Είχε τυπικό, εκτός από τους άλλους πνευματικούς του αγώνας, την Τετάρτη και την Παρασκευή να μένη έγκλειστος στο κελλί του και να κάνη άσκηση και να προσεύχεται.

Αυτές τις δύο ημέρες τον αντικαταστούσε το κατώφλι του κελλιού του.

Όταν τύχαινε κανένας άρρωστος από μακριά, ο οποίος δεν ήξερε το τυπικό του αυτό και χτυπούσε την πόρτα του, άνοιγε μεν ο Πατήρ Αρσένιος, αλλά και πάλι δεν μιλούσε.

Με νοήματα μάθαινε την πάθηση του αρρώστου, εύρισκε την ανάλογη ευχή,την διάβαζε και γινόταν καλά.

Άλλοτε δε χτυπούσαν, αλλά δεν άνοιγε· ασφαλώς θα βρισκόταν σε πνευματική θεωρία.

Όπως δείχνουν τα πράγματα, αυτές τις ημέρες που έμενε έγκλειστος, δεν τραβούσε μόνον αυτός θείες ουράνιες δυνάμεις, όταν προσευχόταν, αλλά τον τραβούσαν και αυτόν στους ουρανούς Αγγελικές δυνάμεις.

Μια Φαρασιώτισσα που είχε αλείψει με χώμα από το κατώφλι του Χατζεφεντή το αγκυλωμένο της χέρι και θεραπεύθηκε, έλεγε τα εξής:«Στην Πατρίδα μας, τι θα πη γιατρός, δεν ξέραμε· στον Χατζεφεντή θα τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».

***

Στο χωριό Παλαιοχώρι Παγγαίου ο Σολομών Κοσκερίδης, που ήταν νέος από τους τρεις συνοδούς του στην Ανταλλαγή, είπε τα εξής:

«Όταν πήγαιναν τον Χατζεφεντή άρρωστο, για να τον διαβάση, ο άρρωστος θα γινόταν καλά διακόσια τοις εκατό, μόλις τον διάβαζε. Στα Φάρασα γιατρούς δεν είχαμε. Ο Χατζεφεντής ήταν ο γιατρός μας και μας θεράπευε με μια ευχή που μας διάβαζε. Εκτός από τους Φαρασιώτες έρχονταν και από τα γύρω χωριά και πόλεις, αφού έρχονταν άρρωστοι και από το Νέφσεχιρ (Νεάπολις), από το Ιρκούπ (Προκόπι), Σινασό και άλλα μέρη».

Απόσπασμα από το βιβλίο: Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, romfea.gr

-->